«Τι κάνεις εκεί;» του λέω. «Τι να κάνω», μου λέει -
«ανησυχώ».
Και μου έδειξε ένα πλήθος πόρτες κλειστές.
Ἂν δὲ μοῦ ῾δινες τὴν ποίηση, Κύριε,
δὲ θἄχα τίποτα γιὰ νὰ ζήσω.
————————————————
Έτσι, την ώρα που με τόση αφέλεια γονάτισα, όλοι νόμισαν πως ήθελα να εκλιπαρήσω, ενώ απλώς ήταν φθινόπωρο...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου