Παρασκευή 22 Ιανουαρίου 2016

Thomas Sterns Eliot - Έρημη χώρα - The Waste Land


«Είπαν εναντίον του πως αφήνει τον αναγνώστη μέσα στη στεγνή, στέρφα και άνυδρη Έρημη Χώρα, μόνο, χωρίς ελπίδα σωτηρίας. Αυτό θα ήταν αλήθεια, αν ο Έλιοτ δεν είχε δημιουργήσει ποίηση. Και η ποίηση όσο απελπισμένη κι αν είναι, μας σώζει πάντα, με κάποιον τρόπο, από την ταραχή των παθών».
Η ποιητική σωτηρία που μας προσφέρει ο Eliot συντροφεύεται από την πένα του Γιώργου Σεφέρη. Ο μεγάλος Έλληνας ποιητής (στον οποίο ανήκει ο πρόλογος) γνώρισε, θαύμασε, μελέτησε τον Thomas Sterns Eliot και μετέφρασε την Έρημη Χώρα.


Ε΄ ΤΙ ΕΙΠΕ Ο ΚΕΡΑΥΝΟΣ

Ύστερα από το φως του πυρσού κόκκινο σε
ιδρωμένα πρόσωπα
Ύστερα από την παγερή σιωπή μέσα στους κήπους
Ύστερα από την αγωνία σε τόπους πετρωτούς
Τις κραυγές και τους αλαλαγμούς
Τη φυλακή το παλάτι και τ’ αντιφέγγισμα
Του ανοιξιάτικου κεραυνού πάνω από μακρινά
βουνά
Εκείνος που ήταν ζωντανός είναι τώρα
πεθαμένος
Εμείς που ζούσαμε τώρα πεθαίνουμε
Με λίγη υπομονή

Δεν έχει εδώ νερό παρά μονάχα βράχια
Βράχια χωρίς νερό κι ο άμμος του δρόμου
Του δρόμου που ξετυλίγεται στα βουνά
Που είναι βραχόβουνα χωρίς νερό
Αν είχε νερό εδώ-πέρα θα στεκόμασταν να πιούμε
Μέσα στα βράχια πώς να σταθούμε πώς να
στοχαστούμε
Ξερός ο ιδρώς και τα πόδια μες στον άμμο
Αν είχε τουλάχιστο νερό στο βράχο
Στόμα νεκρό του βουνού με σάπια δόντια που
δεν μπορεί να φτύσει
Εδώ κανείς δεν μπορεί να σταθεί ούτε να
πλαγιάσει ούτε να καθίσει
Δεν έχει μηδέ σιωπή μέσα στα βουνά
Μόνο ο ξερός κεραυνός στείρος χωρίς βροχή
Δεν έχει μηδέ μοναξιά μέσα στα βουνά
Μόνο κόκκινα πρόσωπα βλοσυρά σαρκάζουν και
γρυλίζουν
Μέσα απ’ τις πόρτες ξεροσκασμένων λασποκαλυβιών
Αν είχε νερό
Χωρίς τα βράχια

Αν ήταν τα βράχια
Μαζί με νερό
Και νερό
Μια πηγή
Μια γούρνα μες στα βράχια
Αν ήταν ήχος μοναχά νερού
Όχι ο τζίτζικας
Και το ξερό χορτάρι τραγουδώντας
Μα ήχος νερού πάνω από βράχο
Εκεί που η τσίχλα κελαηδεί μέσα στα πεύκα
Βριξ βροξ βριξ βροξ βροξ βροξ βροξ
Αλλά δεν έχει νερό

Ποιος είναι ο τρίτος που περπατεί πάντα
στό πλάι σου;
Όταν μετρώ, είμαι μονάχα εγώ και συ μαζί μου
Μα όταν κοιτάζω εμπρός τον άσπρο δρόμο
Υπάρχει πάντα κάποιος που περπατεί στο πλάι
σου
Γλιστρώντας τυλιγμένος σε καστανό μανδύα,
κουκουλωμένος
Αν είναι άντρας αν είναι γυναίκα δεν το ξέρω
– Μ’ αυτός εκεί ποιος είναι απ’ τ’ άλλο πλάι σου;

................................


V. What the Thunder Said


After the torchlight red on sweaty faces
After the frosty silence in the gardens
After the agony in stony places
The shouting and the crying
Prison and palace and reverberation
Of thunder of spring over distant mountains
He who was living is now dead
We who were living are now dying
With a little patience
Here is no water but only rock
Rock and no water and the sandy road
The road winding above among the mountains
Which are mountains of rock without water
If there were water we should stop and drink
Amongst the rock one cannot stop or think
Sweat is dry and feet are in the sand
If there were only water amongst the rock
Dead mountain mouth of carious teeth that cannot spit
Here one can neither stand nor lie nor sit
There is not even silence in the mountains
But dry sterile thunder without rain
There is not even solitude in the mountains
But red sullen faces sneer and snarl
From doors of mudcracked houses


If there were water
And no rock
If there were rock
And also water
And water
A spring
A pool among the rock
If there were the sound of water only
Not the cicada
And dry grass singing
But sound of water over a rock
......................