Moonrise by Kevin Sanders |
Όταν βγαίνει το φεγγάρι
πέφτουν στη σιωπή οι καμπάνες
και τ’ αδιάβατα δρομάκια
φανερώνονται
Όταν βγαίνει το φεγγάρι
θάλασσα τη γη σκεπάζει
κι η καρδιά νησάκι νιώθει
μες στο άπειρο
πέφτουν στη σιωπή οι καμπάνες
και τ’ αδιάβατα δρομάκια
φανερώνονται
Όταν βγαίνει το φεγγάρι
θάλασσα τη γη σκεπάζει
κι η καρδιά νησάκι νιώθει
μες στο άπειρο
Με το ολόγιομο φεγγάρι
δεν διψάς για πορτοκάλια
θέλεις παγωμένα φρούτα
καταπράσινα
Όταν βγαίνει το φεγγάρι
κλαίνε με λυγμούς στις τσέπες
πρόσωπα εκατό και ίδια
τ’ ασημόφραγκα
Λευτέρης Παπαδόπουλος
Cuando sale la luna
se pierden las campanas
y aparecen las sendas
impenetrables.
Cuando sale la luna,
el mar cubre la tierra
y el corazón se siente
isla en el infinito.
Nadie come naranjas
bajo la luna llena.
Es preciso comer
fruta verde y helada.
Cuando sale la luna
de cien rostros iguales,
la moneda de plata
solloza en el bolsillo.
The Looming Moon
When the moon rises
bells fade
and impenetrable paths
appear.
When the moon rises,
the ocean covers the earth
and the heart feels
as an island within infinity.
No one eats oranges
under the full moon.
One must eat green f
ruit and ice.
When the moon rises
with his hundred identical faces,
the silver coin
within his pocket weeps.