Aν άρχιζε ο Θεός μια μέρα να μετράει όσα έφτιαξε,
άστρα, πουλιά, σπόρους, βροχές, μητέρες, λόφους,
θα τέλειωνε ίσως κάποτε. Eγώ κάθομαι εδώ, ολομόναχος, μέσα
άστρα, πουλιά, σπόρους, βροχές, μητέρες, λόφους,
θα τέλειωνε ίσως κάποτε. Eγώ κάθομαι εδώ, ολομόναχος, μέσα
σε τούτο το υγρό υπόγειο, έξω βρέχει,
και μετράω τα σφάλματα που έκανα, τις μάχες που έδωσα, τις δίψες,
και μετράω τα σφάλματα που έκανα, τις μάχες που έδωσα, τις δίψες,
τις παραχωρήσεις,
μετράω τις κακίες μου, κάποτε θαυμαστές, τις καλωσύνες μου
συχνά επηρμένες, μετράω, μετράω, δίχως ποτέ μου
να τελειώνω ―
μετράω τις κακίες μου, κάποτε θαυμαστές, τις καλωσύνες μου
συχνά επηρμένες, μετράω, μετράω, δίχως ποτέ μου
να τελειώνω ―
α, εσείς, εσείς ταπεινώσεις, αλτήρες της ψυχής μου,
βαθύ, θρεπτικό ψωμί, αιώνιε πόνε μου,
όλη η δροσιά του μέλλοντος τραγουδάει μες στις κλειδώσεις μου
την ίδια ώρα που μου στρίβει το λαρύγγι η πείνα χιλιάδων φτωχών προγόνων,
κι ω ήττες, συντρόφισσές μου, που μέσα σε μια στιγμή
με λυτρώσατε απ’ τους αιώνιους φόβους της ήττας.
Eίμαι κι εγώ ένας Θεός μες στο δικό του σύμπαν, σε τούτο το υγρό
όλη η δροσιά του μέλλοντος τραγουδάει μες στις κλειδώσεις μου
την ίδια ώρα που μου στρίβει το λαρύγγι η πείνα χιλιάδων φτωχών προγόνων,
κι ω ήττες, συντρόφισσές μου, που μέσα σε μια στιγμή
με λυτρώσατε απ’ τους αιώνιους φόβους της ήττας.
Eίμαι κι εγώ ένας Θεός μες στο δικό του σύμπαν, σε τούτο το υγρό
υπόγειο, έξω βρέχει,
ένα σύμπαν ανεξιχνίαστο κι ανεξάντλητο κι απρόβλεπτο,
ένας Θεός καθόλου αθάνατος,
γι’ αυτό και τρέμοντας από έρωτα για κάθε συγκλονιστική
κι ανεπανάληπτη στιγμή του.
Ο τίτλος του ποιήματος σε πρώτο επίπεδο αποτελεί έναν τοπικό προσδιορισμό, υπό την έννοια
πως το ποιητικό υποκείμενο βρίσκεται σ’ ένα υπόγειο τη στιγμή που
προχωρά στο δύσκολο απολογισμό της ζωής και των πεπραγμένων
του.
ένα σύμπαν ανεξιχνίαστο κι ανεξάντλητο κι απρόβλεπτο,
ένας Θεός καθόλου αθάνατος,
γι’ αυτό και τρέμοντας από έρωτα για κάθε συγκλονιστική
κι ανεπανάληπτη στιγμή του.
ΠΟΙΗΜΑΤΑ
(1958-1964)
Συνάμα, όμως, ο τίτλος λειτουργεί και σε άλλα επίπεδα, καθώς
υποδεικνύει αφενός σε πόσο υποδεέστερη θέση βρίσκεται σε σχέση με τον
δημιουργό του σύμπαντος, τον Θεό, αλλά πολύ περισσότερο σε πόσο χαμηλή
οικονομική και κοινωνική κλίμακα βρίσκεται σε σχέση με άλλους πιο
ευκατάστατους πολίτες.
Το υγρό υπόγειο στο οποίο βρίσκεται ολομόναχος ο ποιητής υποδηλώνει πως η ζωή του δεν είχε την ευκολία της οικονομικής άνεσης, γεγονός που προσέθεσε πολλούς επιπλέον καημούς και βάσανα στον ούτως ή άλλως δύσκολο αγώνα που δίνει κάθε άνθρωπος.
Το υγρό υπόγειο στο οποίο βρίσκεται ολομόναχος ο ποιητής υποδηλώνει πως η ζωή του δεν είχε την ευκολία της οικονομικής άνεσης, γεγονός που προσέθεσε πολλούς επιπλέον καημούς και βάσανα στον ούτως ή άλλως δύσκολο αγώνα που δίνει κάθε άνθρωπος.
Σ’ αυτή την πραγματικότητα, όμως, εντοπίζεται και η ιδιαίτερη
αξία του μηνύματος που θέλει να περάσει ο Λειβαδίτης, καθώς το γεγονός
ότι ο ίδιος, αν και βρίσκεται σε άσχημη οικονομική κατάσταση, κατορθώνει
εντούτοις να εκτιμήσει την αξία της ζωής και κάθε συγκλονιστική και
ανεπανάληπτη στιγμή της, φανερώνει τη βαθιά αισιοδοξία αυτών των
στίχων.
Ο ποιητής θέλει να τονίσει, επομένως, πως ακόμη κι αν κάποιος βρίσκεται στο «υπόγειο» της κοινωνικής και οικονομικής κλίμακας∙ ακόμη κι αν έχει βιώσει πολύ δύσκολες καταστάσεις κι έχει μετανιώσει για πολλά πράγματα, δεν θα πρέπει εντούτοις να παραγνωρίζει τη μοναδικότητα της ζωής και την πολύτιμη φύση της, εφόσον είναι μία, προσωρινή και ανεπανάληπτη για τον κάθε άνθρωπο.
Ο ποιητής θέλει να τονίσει, επομένως, πως ακόμη κι αν κάποιος βρίσκεται στο «υπόγειο» της κοινωνικής και οικονομικής κλίμακας∙ ακόμη κι αν έχει βιώσει πολύ δύσκολες καταστάσεις κι έχει μετανιώσει για πολλά πράγματα, δεν θα πρέπει εντούτοις να παραγνωρίζει τη μοναδικότητα της ζωής και την πολύτιμη φύση της, εφόσον είναι μία, προσωρινή και ανεπανάληπτη για τον κάθε άνθρωπο.
........
περισσότερα
εδώ