... «τι τον θέλει τον
λύχνο;» αναρωτήθηκα κι άξαφνα άστραψε μέσα μου η ιδέα, είχα
βρει τη λύση, «αδερφέ μου, του λέω, ο Θεός σ' έστειλε»
λύχνο;» αναρωτήθηκα κι άξαφνα άστραψε μέσα μου η ιδέα, είχα
βρει τη λύση, «αδερφέ μου, του λέω, ο Θεός σ' έστειλε»
και βαλθήκαμε με ζέση κ’ οι δυο επί τo έργον...
Ήταν νύχτα κ’ είχα πάρει τη μεγαλύτερη απόφαση του αιώνα:
θα έσωζα την ανθρωπότητα, αλλά πώς; χίλιες σκέψεις με τυραν-
νούσαν όταν άκουσα βήματα, άνοιξα την πόρτα και είδα τον τυφλό
της αντικρινής κάμαρας να προχωράει στον διάδρομο κρατώντας
έναν λύχνο, ήταν έτοιμος να κατέβει τη σκάλα, «τι τον θέλει τον
λύχνο;» αναρωτήθηκα κι άξαφνα άστραψε μέσα μου η ιδέα, είχα
βρει τη λύση, «αδερφέ μου, του λέω, ο Θεός σ' έστειλε»,
και βαλθήκαμε με ζέση κ’ οι δυο επί τo έργον...
θα έσωζα την ανθρωπότητα, αλλά πώς; χίλιες σκέψεις με τυραν-
νούσαν όταν άκουσα βήματα, άνοιξα την πόρτα και είδα τον τυφλό
της αντικρινής κάμαρας να προχωράει στον διάδρομο κρατώντας
έναν λύχνο, ήταν έτοιμος να κατέβει τη σκάλα, «τι τον θέλει τον
λύχνο;» αναρωτήθηκα κι άξαφνα άστραψε μέσα μου η ιδέα, είχα
βρει τη λύση, «αδερφέ μου, του λέω, ο Θεός σ' έστειλε»,
και βαλθήκαμε με ζέση κ’ οι δυο επί τo έργον...
Από την ενότητα «ΔΑΦΝΕΣ ΓΙΑ ΝΙΚΗΜΕΝΟΥΣ»
της Συλλογής «Ο τυφλός με τον λύχνο» (1983)
Εκδόσεις Μετρονόμος, τόμος 3ος, σελ. 109
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου