ἦταν βέβαιο πώς δέν θά μέ γνώριζαν.
Εἶχα ἔρθει ἀπ’ τό μέλλον μέ πρόσωπο
ἀλλιώτικο κ’ ἐκεῖ πού ὁ πόλεμος λεγόταν
εἰρήνη, δέν εἶχα τόπο. Ὡστόσο τό μέλλον
ἐκεῖνο θά ρθεῖ. Κ’ οἱ πύλες θ’ ἀνοίξουν,
συνοδευόμενη ἀπό παιδικές φυσαρμόνικες,
νά περάσει ἡ πομπή μέ τήν ποίηση-ἀγάπη
πού ἀπό αἰώνα σέ αἰώνα δέν θά πάψει
νά ραίνει τό χῶμα μέ φῶς
ἀλλιώτικο κ’ ἐκεῖ πού ὁ πόλεμος λεγόταν
εἰρήνη, δέν εἶχα τόπο. Ὡστόσο τό μέλλον
ἐκεῖνο θά ρθεῖ. Κ’ οἱ πύλες θ’ ἀνοίξουν,
συνοδευόμενη ἀπό παιδικές φυσαρμόνικες,
νά περάσει ἡ πομπή μέ τήν ποίηση-ἀγάπη
πού ἀπό αἰώνα σέ αἰώνα δέν θά πάψει
νά ραίνει τό χῶμα μέ φῶς
ΤΟ ΧΡΥΣΟ ΑΜΑΞΙ, 2000