Σάββατο 11 Ιουνίου 2016

Γιάννης Ρίτσος — Αναφυλλητό (απόσπασμα)

«Τα παιδιά θέλουν παπούτσια
τα παιδιά θέλουν ψωμί»
Fatigued Minstrels (1883)
[...]

Τα παιδιά θέλουν παπούτσια
τα παιδιά θέλουν ψωμί
θέλουνε και φάρμακα,
δούλεψε κ' εσύ.
Γέλα, κλαίγε κι όλο λέγε,
το παιδί: ζωή.
Τίποτ' άλλο. Ζωή.

Ζύμωνε στη σκάφη,
πρώτο σου ζυμάρι,
πρώτο σου ψωμί
πρώτο σου σταυρόψωμο
μια ψωμένια κούκλα
για το παιδί.

Ζύμωνε τη λάσπη,
πρώτη σου μυστριά
πρώτο πηλοφόρι
ένα καλυβάκι
μια μικρούλα αυλή
για το παιδί.

Ζύμωνε το χώμα
με το δάκρυ-δάκρυ
ζύμωνε τη λάσπη
φτιάξε ένα χωμάτινο πουλί
να πετάει τη νύχτα
και να κελαϊδεί
για το παιδί.

Τούτη είναι η ζωή μας
τούτο το μεγάλο —
τίποτ’ άλλο.
Γέλα, κλάψε, πες
ό,τι θες.
Το παιδί: ζωή.
Τίποτ' άλλο!

Από τη συλλογή Υδρία (1957-1958)


[πηγή: Γιάννης Ρίτσος, Ποιήματα 1930-1960, τ. Β΄, Εκδόσεις «Κέδρος», 

Αθήνα 1961, σ. 394-395]

Γιάννης Ρίτσος — Εαρινή Συμφωνία XI
Όλη τη ζωή μου ασώτεψα/σκάβοντας την έρημο
και περιμένοντας χωρίς να το γνωρίζω/το σπόρο των βλεμμάτων σου.

WALKING OUT OF THE DESERT
Εγώ που κοιμήθηκα
(πόσα χρόνια)
δίχως φωτιά δίχως λυχνία
εγώ που αγκάλιαζα μονάχα
τη σιωπηλή σκιά μου
γύμνωσα τα χείλη μου
για να ψάλλουν
τον ερχομό σου.

Τόσο φτωχός ήμουν, αγάπη,
τόσο, φτωχός
που δεν είχα στην παλάμη ένα χάδι
για ν' αγοράσω τις ώρες μου
που δεν είχα ένα νόμισμα φιλιού
για να δώσω του σκιώδη καπετάνιου
να με περάσει στην απέναντι όχθη.

Όλη τη ζωή μου ασώτεψα
σκάβοντας την έρημο
και περιμένοντας χωρίς να το γνωρίζω
το σπόρο των βλεμμάτων σου.

Ώριμος
απ' την πικρία
και την αγρυπνία
αξιώθηκα τον ερχομό σου.

Ευχαριστώ.
Ευχαριστώ.

Γεννήθηκα για να προφτάσω
να χαιρετήσω στην άκρη του δρόμου
τον ήλιο των ματιών σου.

Εάν δεν είχες έλθει, αγάπη,
τι θ' απαντούσα στο θεό
όταν μια νύχτα
κάτω από τους πυρσούς των άστρων
θα με ρωτούσε
πως όργωσα το κόκκινο χώμα
πώς ξόδεψα
τους σπόρους των ανθών
που μου εμπιστεύτηκε;


Άφησέ με να κλάψω
στα γόνατά σου
μες στην ευεργεσία του χαδιού σου.