Σελίδες

Δευτέρα 25 Δεκεμβρίου 2023

Νικηφόρος Βρεττάκος — Ο Λόγος

Δεν χρειάστηκε να σταθώ κάτω
απ' τον Άμβωνα για ν' ακούσω
τον Ιωάννη. Είδα το διάφανο
πορτοκαλάνθι, το άνθος της κουμαριάς
που γυρμένο έσταζε φως η το άγριο
λουλούδι στην ραγάδα της πέτρας,
που δεν θα μπορούσε να το φτιάξει
ποτέ κανείς Οππενχάϊμερ.

Κι είδα όλα τα μάτια, απ' αυτά
του παιδιού ως αυτά της μικρότερης
λιμπελούλας του κήπου μου,
γιομάτα ουρανό. Είδα τον Λόγο.

Κυριακή 17 Δεκεμβρίου 2023

Μίλτος Σαχτούρης - Χειμώνας

Vincent van Gogh, «Landscape with Snow» (1888)
Τι ωραία που μαραθήκαν τα λουλούδια 
τι τέλεια που μαραθήκαν 
κι αυτός ο τρελός να τρέχει στους δρόμους 
με μιά φοβισμένη καρδιά χελιδονιού 
χειμώνιασε και φύγανε τα χελιδόνια 
γέμισαν οι δρόμοι λάκκους με νερό 
δυό μαύρα σύννεφα στον ουρανό 
κοιτάζονται στα μάτια αγριεμένα 
αύριο θα βγει στους δρόμους και η βροχή 
απελπισμένη 
μοιράζοντας τις ομπρέλλες της 
τα κάστανα θα τη ζηλεύουν 
και θα γεμίσουν μικρές κίτρινες ζαρωματιές 
θα βγουν κι οι άλλοι έμποροι 
αυτός που πουλάει τ’ αρχαία κρεβάτια 
αυτός που πουλάει τις ζεστές-ζεστές προβιές 
αυτός που πουλάει το καφτό σαλέπι 
κι αυτός που πουλάει θήκες από κρύο χιόνι 
για τις φτωχές καρδιές 

(Από τη συλλογή «Τα φάσματα ή η χαρά στον άλλο δρόμο», 1958 –συγκεντρωτική έκδοση «Μίλτος Σαχτούρης, Ποιήματα 1945-1971», εκδ. Κέδρος, 1977)

Τρίτη 21 Νοεμβρίου 2023

Νικηφόρος Βρεττάκος - Άνεργοι

Ben Shahn, Unemployment, 1938.
Του εργοστασίου η πόρτα, είναι από σίδερο· έχει
στο μέσο δυο κάγκελα. Και πίσω απ’ τα κάγκελα
δυο μάτια που σφάζουν. Ο επιστάτης κοιτάζει
την ουρά των ανθρώπων που στέκονται απ’ έξω,
χέρια και πρόσωπα που κάνουν μια κίνηση
όλα μαζί, κρατούν την ανάσα, σκύβουν ν’ ακούσουν.
«Μεσημέριασε, φύγετε. Ο κύριος
διευθυντής δε θά ’ρθει. Αύριο πάλι
πρωί. Πιο πρωί».
Χαμηλώνουν τα πρόσωπα, στέκονται αμήχανα.
Ύστερα, φεύγοντας, κοιτάζουνε γύρω τους
σα να ψάχνουν να βρουν ένα βάραθρο – όχι
να κλάψουνε, όχι να ψάξουν για τίποτα.
Να ρίξουν τα χέρια τους.

(Από τη συλλογή, Το βάθος του κόσμου, 1961)


η συνέχεια εδώ: latistor

Σάββατο 18 Νοεμβρίου 2023

Kahlil Gibran — Όταν η αγάπη σε καλεί, ακολούθησέ την... / When love beckons to you

... μόλο που τα μονοπάτια της είναι τραχιά και απότομα. Κι όταν τα φτερά της σε αγκαλιάσουν, παραδόσου, μόλο που το σπαθί που είναι κρυμμένο ανάμεσα στις φτερούγες της μπορεί να σε πληγώσει. Κι όταν σου μιλήσει, πίστεψέ την, μόλο που η φωνή της μπορεί να διασκορπίσει τα όνειρα σου σαν το βοριά, που ερημώνει τον κήπο.
Γιατί όπως η αγάπη σε στεφανώνει, έτσι και θα σε σταυρώσει. Κι όπως είναι για το μεγάλωμα σου, είναι και για το κλάδεμά σου. Κι όπως ανεβαίνει ως την κορυφή σου και χαϊδεύει τα πιο τρυφερά κλαδιά σου, που τρεμοσαλεύουν στον ήλιο, έτσι κατεβαίνει και ως τις ρίζες σου και ταράζει την προσκόλληση τους στο χώμα.

Σαν δέματα σταριού σε μαζεύει κοντά της. Σε αλωνίζει για να σε ξεσταχυάσει. Σε κοσκινίζει για να σε λευτερώσει από τα φλούδια σου. Σε αλέθει για να σε λευκάνει. Σε ζυμώνει ώσπου να γίνεις απαλός. Και μετά σε παραδίνει στην ιερή φωτιά της για να γίνεις ιερό ψωμί για του Θεού το άγιο δείπνο.
Όλα αυτά σου κάνει η αγάπη για να μπορέσεις να γνωρίσεις τα μυστικά της καρδιάς σου και με τη γνώση αυτή να γίνεις κομμάτι της καρδιάς της ζωής.
Αλλά αν από φόβο σου γυρέψεις μόνο την ησυχία της αγάπης και την ευχαρίστηση της αγάπης, τότε, θα ήταν καλύτερα για σένα να σκεπάσεις την γύμνια σου και να βγεις έξω από το αλώνι της αγάπης. 
Και να σταθείς στον χωρίς εποχές κόσμο, όπου θα γελάς, αλλά όχι με ολάκερο το γέλιο σου, και θα κλαις, αλλά όχι με όλα τα δάκρυά σου.
Η αγάπη δε δίνει τίποτα παρά μόνο τον εαυτό της, και δεν παίρνει τίποτα παρά μόνο τον εαυτό της. Η αγάπη δεν κατέχει κι ούτε μπορεί να κατέχεται, γιατί η αγάπη αρκείται στην αγάπη.
Η αγάπη δεν είναι καμιά άλλη επιτυχία εκτός από την εκπλήρωση της. Αλλά αν αγαπάς κι είναι ανάγκη να έχεις επιθυμίες, ας είναι αυτές οι επιθυμίες σου:
Να λιώσεις και να γίνεις σαν το τρεχούμενο ρυάκι που λέει το τραγούδι του στην νύχτα. Να γνωρίσεις τον πόνο της πολύ μεγάλης τρυφερότητας. Να πληγωθείς από την ίδια την γνώση σου της αγάπης. Και να ματώσεις πρόθυμα και χαρούμενα.

Να ξυπνάς την αυγή με καρδιά έτοιμη να πετάξει και να προσφέρει ευχαριστίες για μια ακόμη μέρα αγάπης. Να αναπαύεσαι το μεσημέρι και να στοχάζεσαι την έκσταση της αγάπης. Να γυρίζεις σπίτι το σούρουπο μ’ ευγνωμοσύνη στην καρδιά.
Και ύστερα να κοιμάσαι με μια προσευχή για την αγάπη που έχεις στην καρδιά σου και μ’ έναν ύμνο δοξαστικό στα χείλη σου.
 💖💖💖💖💖💖💖💖

“When love beckons to you follow him, Though his ways are hard and steep. And when his wings enfold you yield to him, Though the sword hidden among his pinions may wound you. And when he speaks to you believe in him, Though his voice may shatter your dreams as the north wind lays waste the garden. For even as love crowns you so shall he crucify you. Even as he is for your growth so is he for your pruning. Even as he ascends to your height and caresses your tenderest branches that quiver in the sun, So shall he descend to your roots and shake them in their clinging to the earth......

But if in your fear you would seek only love's peace and love's pleasure, Then it is better for you that you cover your nakedness and pass out of love's threshing-floor, Into the seasonless world where you shall laugh, but not all of your laughter, and weep, but not all of your tears. Love gives naught but itself and takes naught but from itself.

Love possesses not nor would it be possessed; For love is sufficient unto love. And think not you can direct the course of love, if it finds you worthy, directs your course. Love has no other desire but to fulfill itself."

But if you love and must needs to have desires, let these be your desires: To melt and be like a running brook that sings its melody to the night. To know the pain of too much tenderness. To be wounded by your own understanding of love; And to bleed willingly and joyfully.”

Τετάρτη 1 Νοεμβρίου 2023

Τάσος Λειβαδίτης — Άνεμος του Νοεμβρίου

Τώρα όμως βράδιασε. Ας κλείσουμε την πόρτα κι ας κατεβάσουμε
τις κουρτίνες
γιατί ήρθε ο καιρός των απολογισμών. Τι κάναμε στη ζωή μας; 
   Ποιοι είμαστε; Γιατί εσύ κι όχι εγώ;
Καιρό τώρα δεν χτύπησε κανείς την πόρτα μας κι ο ταχυδρόμος 
   έχει αιώνες να φανεί. Α, πόσα γράμματα, πόσα ποιήματα
που τα πήρε ο άνεμος του Νοεμβρίου. Κι αν έχασα τη ζωή μου
την έχασα για πράγματα ασήμαντα: μια λέξη ή ένα κλειδί, ένα
   χτες ή ένα αύριο
όμως οι νύχτες μου έχουν πάντα ένα άρωμα βιολέτας
γιατί θυμάμαι. Πόσοι φίλοι που έφυγαν χωρίς ν’ αφήσουν διεύθυνση,
   πόσα λόγια χωρίς ανταπόκριση
κι η μουσική σκέφτομαι είναι η θλίψη εκείνων που δεν πρόφτασαν
   ν’αγαπήσουν.

Ώσπου στο τέλος δεν μένει παρά μια θολή ανάμνηση από το παρελθον
   (πότε ζήσαμε;)
και κάθε που έρχεται η άνοιξη κλαίω γιατί σε λίγο θα φύγουμε και
   κανείς δεν θα μας θυμηθεί.

Συλλογή: «Τα Χειρόγραφα του Φθινοπώρου», 1990
Εκδόσεις Μετρονόμος, τόμος 3ος, σελ.204

Κυριακή 29 Οκτωβρίου 2023

Μενέλαος Λουντέμης — Τὸ παραμύθι ἑνὸς ραγισμένου ἔρωτα
«Μὰ μπορεῖ καὶ νὰ μὴν ἤτανε γραμμόφωνο/καὶ νά ῾ταν μόνο ἕνα τραγούδι,/ποὺ ζητοῦσε ἕνα γραμμόφωνο,/γιὰ νὰ πεῖ τὸ καημό του.»

The Dance Of Ebb & Flow by Duy Huynh
Μιὰ φορὰ κι ἕνα καιρό,
ἦταν ἕνα γραμμόφωνο.
Ἕνα ὁλομόναχο γραμμόφωνο.
Μὰ μπορεῖ καὶ νὰ μὴν ἤτανε γραμμόφωνο
καὶ νά ῾ταν μόνο ἕνα τραγούδι,
ποὺ ζητοῦσε ἕνα γραμμόφωνο,
γιὰ νὰ πεῖ τὸν καημό του.

Μιὰ φορὰ κι ἕνα καιρό,
ἦταν ἕνας Ερωτας.
Ἕνας ὁλομόναχος Ἔρωτας
ποὺ γύριζε μὲ μία πλάκα στὴ μασχάλη,
γιὰ νὰ βρεῖ ἕνα γραμμόφωνο
γιὰ νὰ πει τὸ καημό του.

«Ἔρωτα μὴ σὲ πλάνεψαν
ἄλλων ματιῶν μεθύσια
καὶ μέσ᾿ τὰ κυπαρίσια
περνᾷς μὲ μι᾿ ἄλλη νιά;
Ἔρωτ᾿ ἀδικοθάνατε,
Ἔρωτα χρυσομάλλη,
ἂν σ᾿ εἶδαν μὲ μιὰν ἄλλη,
ἦταν ἡ Λησμονιά».

Μιὰ φορὰ κι ἕνα καιρό,
δὲν ἦταν ἕνας ἔρωτας,
δὲν ἦταν ἕνας πόνος.
Ἦταν μισὸς ἔρωτας -μισὸς πόνος-
καὶ μιὰ μισὴ πλάκα,
πού ῾λεγε τὸ μισό της σκοπό:
«Ἔρωτα μὴ σὲ... Ἔρωτα μὴ σὲ...
ἔρωτα μισέ... ἔρωτα μισέ...»

Θέ μου!
Μὰ δὲ βρίσκεται ἕνα χέρι!
Ἕνα πονετικὸ χέρι,
γιὰ ν᾿ ἀνασηκώσει τὴ βελόνα
καὶ ν᾿ ἀκουστεῖ ξανά,
ὁλόκληρος ὁ Ἔρωτας,
ὁλόκληρο τὸ τραγούδι:

«Ἔρωτα μὴ σὲ σκότωσαν
τὰ μαγεμένα βέλη;
Ἔρωτα Μακιαβέλλι.
Τὰ μάτια ποὺ σὲ λάβωσαν,
μὲ δάκρυα πικραμένα,
καρφιά ῾ταν πυρωμένα
καὶ μπήχτηκαν βαθιά».
Ποιός μου χτυπᾷ τὸ τζάμι;
Μὴ μοῦ χτυπᾶτε.
Δὲν εἶμαι ῾δῶ.
Ἐδῶ κατοικεῖ ἡ Μοναξιὰ
μὲ μόνιμη νοικάρισα τὴ Πλήξη.

Μὴ μοῦ χτυπᾶτε λοιπὸν τὸ τζάμι.
Μάταια χτυπᾶτε.
Ἐγὼ δὲ μπορῶ ν᾿ ἀνοίξω.
Δὲ μπορῶ νὰ συρτῶ
οὔτ᾿ ὡς τὴ πόρτα τοῦ σπιτιοῦ μου,
οὔτ᾿ ὡς τὴ πόρτα τοῦ ἄλλου κόσμου.

Μὴ μοῦ χτυπᾶτε λοιπὸν τὸ τζάμι.
Δὲν εἶμαι ῾δῶ.
Ἐδῶ εἶν᾿ ἕνα ξερὸ ἔντομο
σ᾿ ἕνα κόσμο, -φέρετρο-
ὅπου ἀπαγορεύεται -μὲ κίνδυνο ἀνάστασης-
ἀκόμη κι ὁ θάνατός σου!

Μὴ μοῦ χτυπᾶτε λοιπὸν τὸ τζάμι.
Κάνετε λάθος.
Λάθος στὸ σπίτι.
Λάθος στὴ πόρτα.
Λάθος στὸν αἰῶνα.
Λάθος. Λάθος. Λάθος!

Γι᾿ αὐτὸ πάψτε.
Πάψτε -γιὰ τὸ Θεό- νὰ μοῦ χτυπᾶτε!
Σᾶς τὸ ξαναλέω- μή!
Ἐδῶ δὲ κατοικῶ ἐγώ.
Ἐδῶ κατοικεῖ μία αἱμοβόρα
κι ἀκροβάτισα ἀράχνη,
ποὺ πρὶν λίγο ἔφαγε μία πεταλούδα.
Μιὰ χρυσή, λεπτὴ πεταλούδα,
ποὺ -ἀλίμονο- εἶχε τ᾿ ὄνομά μου!

Ἄρα δὲν εἶχα ἀγαπηθεῖ, αὐτὸ ἦταν ὅλο
Ἴσως ἀνόητα ὑποδύθηκα τὸ ρόλο
Γελωτοποιοῦ πολὺ μετρίας κλάσης
Λησμονημένος σὲ μιὰν ἄχρηστη ἀποθήκη
Ἠλίθιος κοῦκλος μὲ σπασμένη μύτη

Τέσσερα Ποιήματα ἀπὸ τὴν συλλογή: 
«Κάτω Ἀπὸ Τὰ Κάστρα Τῆς Ἐλπίδας»

Παρασκευή 29 Σεπτεμβρίου 2023

Nazim Hikmet — Ας δώσουμε τον κόσμο στα παιδιά / Let's Give the World to the Children


Ας δώσουμε τον κόσμο στα παιδιά έστω και για μια μέρα
ας τον δώσουμε να παίξουν σαν ένα πολύχρωμο μπαλόνι
να παίξουν τραγουδώντας ανάμεσα στ’ αστέρια
ας δώσουμε τον κόσμο στα παιδιά
σαν ένα τεράστιο μήλο, σαν ψίχα ολόζεστου ψωμιού
να χορτάσουν μια μέρα τουλάχιστον
ας δώσουμε τον κόσμο στα παιδιά
να μάθει έστω και για μια μέρα ο κόσμος τη φιλία
τα παιδιά θα πάρουν απ’ τα χέρια μας τον κόσμο
θα φυτέψουν αθάνατα δέντρα.

“LET'S GIVE THE WORLD TO THE CHILDREN


Let's give the world to the children just for one day
like a balloon in bright and striking colours to play with
let them play singing among the stars
let's give the world to the children
like a huge apple like a warm loaf of bread
at least for one day let them have enough
let's give the world to the children
at least for one day let the world learn friendship
children will get the world from our hands
they'll plant immortal trees” 


Τετάρτη 27 Σεπτεμβρίου 2023

Τάσος Λειβαδίτης — Βροχή / «Αντίο λοιπόν. Ας ανοίξουμε την ομπρέλα μας και ας προσπεράσουμε βιαστικά το τέλος μίας εποχής.»

Μια νύχτα θα κάνουμε μία μεγάλη σκέψη αλλά δεν πρέπει να
την πούμε πουθενά (είναι η μόνη δικαιοσύνη), ύστερα θα βγούμε
στους δρόμους, θα βρέχει κ’ η βροχή έχει και εκείνη την ιδιωτική
της ζωή, ενώ εμείς δεν είχαμε,  θ’ αργοπορήσουμε μπροστά σε ένα
φαρμακείο, μιας και είμαστε θνητοί και αφού οι ουρανοί γνωρίζουν
την αθωότητα μας, τέλος, όπως θα ξημερώνει, θα χτυπήσουμε την
πόρτα του σπιτιού μας, αλλά κανείς δεν θα μας γνωρίζει - είναι
απίστευτο σαν τις μεγάλες μέρες που ζήσαμε. Αντίο λοιπόν.  Ας
ανοίξουμε την ομπρέλα μας και ας προσπεράσουμε βιαστικά
το τέλος μίας εποχής.
από τη Συλλογή Ο ΤΥΦΛΟΣ ΜΕ ΤΟΝ ΛΥΧΝΟ
ΕΝΟΤΗΤΑ: ΔΑΦΝΕΣ ΓΙΑ ΝΙΚΗΜΕΝΟΥΣ - 1983

Πέμπτη 21 Σεπτεμβρίου 2023

Τάσος Λειβαδίτης — Αλληλογραφία

 «Τα πουλιά φεύγουν το φθινόπωρο πηγαίνοντας να διεκπεραιώσουν μυστηριώδεις υποθέσεις - την άνοιξη θα μάθουμε τα νέα»
Watercolors by Rita Sklar
Τα πουλιά φεύγουν το φθινόπωρο πηγαίνοντας να διεκπεραιώσουν
   μυστηριώδεις υποθέσεις - την άνοιξη θα μάθουμε τα νέα
τ' απογεύματα οι φωνές των παιδιών πού παίζουν μοιάζουν μ' ένα

   παραμύθι που δε μας το τέλειωσαν και γυρίζει και μας αναζητά
ή όταν ακούω ένα φλάουτο να παίζει το βράδυ συλλογιέμαι πως
   όλα θα τελειώσουν κάποτε.
Καμιά φορά βρέχει και κάθομαι σ’ ένα καφενείο, οι άνθρωποι 
   όσο γερνάνε γίνονται πιο ξένοι
κι είδα κάποιους απελπισμένους να περιμένουν στους
   σιδηροδρομικούς σταθμούς, όχι για το ταξίδι, αλλά για τ’ όνειρο
ενώ οι στάλες της βροχής γράφουν μια μεγάλη επιστολή στα τζάμια.
   Ποιος τη στέλνει; Τι γράφει; Θ’ απαντήσεις;


Συλλογή: «ΤΑ ΧΕΙΡΟΓΡΑΦΑ ΤΟΥ ΦΘΙΝΟΠΩΡΟΥ Α'», 1990
Εκδόσεις Μετρονόμος, τόμος 3ος, σελ. 424

Τετάρτη 20 Σεπτεμβρίου 2023

Γιῶργος Σεφέρης — Ἀλληλεγγύη

Ἔχασε τὸ χρῶμα του πιὰ αὐτὸς ὁ κόσμος
καθὼς τὰ φύκια στ᾿ ἀκρογιάλι τοῦ ἄλλου χρόνου
γκρίζα ξερὰ στὸ ἔλεος τοῦ ἀνέμου.

Εἶναι ἐκεῖ δὲν μπορῶ ν᾿ ἀλλάξω
μὲ δυὸ μεγάλα μάτια πίσω ἀπ᾿ τὸ κύμα
ἀπὸ τὸ μέρος ποὺ φυσᾶ ὁ ἀγέρας
ἀκολουθώντας τὶς φτεροῦγες τῶν πουλιῶν
εἶναι ἐκεῖ μὲ δυὸ μεγάλα μάτια
μήπως ἄλλαξε κανεὶς ποτέ του.


Τί γυρεύετε; τὰ μηνύματά σας
ἔρχουνται ἀλλαγμένα ὡς τὸ καράβι
ἡ ἀγάπη σας γίνεται μίσος
ἡ γαλήνη σας γίνεται ταραχὴ
καὶ δὲν μπορῶ νὰ γυρίσω πίσω
νὰ ἰδῶ τὰ πρόσωπά σας στ᾿ ἀκρογιάλι.


Εἶναι ἐκεῖ τὰ μεγάλα μάτια
κι ὅταν μένω καρφωμένος στὴ γραμμή μου
κι ὅταν πέφτουν στὸν ὁρίζοντα τ᾿ ἀστέρια
εἶναι ἐκεῖ δεμένα στὸν αἰθέρα
σὰ μιὰ τύχη πιὸ δική μου ἀπ᾿ τὴ δική μου.


Τὰ λόγια σας συνήθεια τῆς ἀκοῆς
βουίζουν μέσα στὰ ξάρτια καὶ περνᾶνε
μήπως πιστεύω στὴν ὕπαρξή σας
μοιραῖοι σύντροφοι, ἀνυπόστατοι ἴσκιοι.

Ἔχασε τὸ χρῶμα του πιὰ αὐτὸς ὁ κόσμος
καθὼς τὰ φύκια στ᾿ ἀκρογιάλι τοῦ ἄλλου χρόνου
γκρίζα ξερὰ στὸ ἔλεος τοῦ ἀνέμου.


Ἕνα μεγάλο πέλαγο δυὸ μάτια
εὐκίνητα καὶ ἀκίνητα σὰν τὸν ἀγέρα
καὶ τὰ πανιά μου ὅσο κρατήσουν, κι ὁ θεός μου.

Σάββατο 2 Σεπτεμβρίου 2023

Νικηφόρος Βρεττάκος — Δειλινά

Τα βήματα του φθινοπώρου αντήχησαν
νωρίς, κι είπε με πίκρα η αδελφή μου:
«Η νυχτερινή βροχή τα ρόδα μας
τα μάδησε, αδελφούλη μου, και τώρα;»
Ένα βιβλίο ρομαντικό θα συλλογίστηκε…
Μα εγώ αναμέτρησα στο νου μου τις ιστορίες
γύρω απ' αυτά τα ρόδα που πεθάνανε
στη φύση ανάμεσα και στην καρδιά μου.

Παρασκευή 1 Σεπτεμβρίου 2023

Τάσος Λειβαδίτης — Σεπτέμβριος

Ένα παιδί προχωράει στο δρόμο, στους ώμους του, γεμάτη μικρά 
ανεκπλήρωτα, βαραίνει η σχολική του τσάντα. 
Κάθομαι πίσω απ’ το τζάμι και κοιτάω τη βροχή να παρασέρνει 
τους έρωτες του καλοκαιριού.
Από τη συλλογή «Τα χειρόγραφα του φθινοπώρου»

Σάββατο 12 Αυγούστου 2023

Νικηφόρος Βρεττάκος — Ο ήλιος μου

Μου πήραν τον ήλιο μου, αλλά εγώ θα τον βρω. 
Κανόνισα μια μυστική συνάντηση μαζί του 
όπως εκείνος που πηγαίνει για παράνομο τύπο 
ή για παράνομο υλικό. 
                                     Θα γιομίσω τον κόρφο μου 
μεγάλα φύλλα χρυσαφιού και λάμπες για την κρύπτη μου, 
πριν μου αφανίσουν την ψυχή να την κυκλοφορήσω 
χέρι με χέρι μες στην νύχτα.

Από τη συλλογή Ημερολόγιο

Παρασκευή 14 Ιουλίου 2023

Νικηφόρος Βρεττάκος — «Σᾶς ρωτᾶνε «Γιατί!» Ἀπαντῆστε τους! / Ἀνάψτε ἕνα φῶς. Ἀπαντῆστε τους!»

Never forget this 10yrs old boy was sleeping under a bus shelter 
in a morning day of October!
Ἀνταπόκριση από τους τοπικούς πολέμους
Κοιτώντας τόν κόσμο μας, διεσταλμένα
ἀπ’ τόν τρόμο τά μάτια τῶν παιδιῶν
μεγαλώνουν ὁλοένα καί περισσότερο.
Οἱ λέξεις πού ἔμαθαν ἔγιναν
ὅλες τους μόνο μιά λέξη, ἕνα «Γιατί!»
Τά μάτια τους εἶναι μιά ἀνταπόκριση
πού χωρίς διακοπή μεταδίδεται
σέ ὅλους τούς κοιμώμενους λῆπτες
τ’ οὐρανοῦ καί τῆς γῆς. Ἀπαντῆστε τους!
Σᾶς ρωτᾶνε «Γιατί!» Ἀπαντῆστε τους!
Ἀνάψτε ἕνα φῶς. Ἀπαντῆστε τους!

"Ο ΔΙΑΚΕΚΡΙΜΕΝΟΣ ΠΛΑΝΗΤΗΣ" - 1983

Σάββατο 1 Ιουλίου 2023

Ηλίας Κατσούλης — Ιούλιος πορθητής

Φοράει νύχτα στα μαλλιά, του φεγγαριού την άλω
να γίνει η αγάπη διάφανη, γυναίκα ποθητή
από το κάστρο της Ωριάς στέλνει στερνό σινιάλο
και περιμένει τρέμοντας Ιούλιο πορθητή

Morning Glory - Summer Sunrise
Με της φωτιάς τα άλογα ο ήλιος ταξιδεύει
σε πάει όνειρο χρυσό στους δρόμους τ’ ουρανού
και μια ψυχή που καίγεται τον άνεμο αγναντεύει
και χάνεται στα σύννεφα τσιγάρου πρωινού

Ένα τσαμπάκι μέλισσες και λιάτικο σταφύλι
είναι του μήνα Καίσαρα το βιος το αληθινό
κι ο ποιητής που έψαχνε θαλασσινό τριφύλλι
έγινε άσπρο ανέσπερο και φως εωθινό

Παρασκευή 23 Ιουνίου 2023

Μανόλης Αναγνωστάκης — Το ναυάγιο

Θα μείνω κι εγώ μαζί σας μες στη βάρκα
Ύστερα απ’ το φριχτό ναυάγιο και το χαμό
Το πλοίο βουλιάζει τώρα μακριά
(Πού πήγαν οι άλλες βάρκες; ποιοί γλυτώσαν;)
Εμείς θα βρούμε κάποτε μια ξέρα
Ένα νησί ερημικό όπως στα βιβλία
Εκεί θα χτίσουμε τα σπίτια μας
Γύρω-γύρω απ’ τη μεγάλη πλατεία
Και στη μέση μια εκκλησιά
Θα κρεμάσουμε μέσα τη φωτογραφία
Του καπετάνιου μας που χάθηκε – ψηλά-ψηλά –
Λίγο πιο χαμηλά του δεύτερου, πιο χαμηλά του τρίτου
Θ’ αλλάξουμε τις γυναίκες μας και θα κάνουμε πολλά παιδιά
Κι ύστερα θα καλαφατίσουμε ένα μεγάλο καράβι
Καινούριο, ολοκαίνουριο και θα το ρίξουμε στη θάλασσα.

Θα ‘χουμε γεράσει, μα θα μας γνωρίσουνε.

Μόνο τα παιδιά μας δε θα μοιάζουνε μ’ εμάς.

Μ. Αναγνωστάκης, Τα ποιήματα, Νεφέλη

*********************

Πέμπτη 22 Ιουνίου 2023

Μενέλαος Λουντέμης — Βογκήστε μαζί μας

Βογκήστε μαζί μας.
Γιατί εμείς είμαστε λίγοι
κι είναι πολλοί κείνοι
που μας κάνουν να βογκούμε.

Φωνάξτε μαζί μας
γιατί η φωνή μας είναι μικρή
και δε φτάνει ως τις φάρμες της Καλιφόρνιας
όπου το μπαμπάκι είναι μπόλικο
για να βουλώσουν τ΄ αυτιά τους.
Εμείς… 
το ΄πε κι ο Μακρυγιάννης
«ο Θεός μας ηθέλησεν ολίγους»
ίσα-ίσα μια καραβιά ναυαγούς
ίσα-ίσα μια ομοβροντία
για τα εκτελεστικά τους αποσπάσματα.

Φωνάξτε λοιπόν μαζί μας
σ΄ άγριο κοντσέρτο θυμού
γιατί εμείς –μόνοι μας

φωνάξαμε πολύ μες στους αιώνες
και βράχνιασε η φωνή μας.

Φωνάξτε!

Γιατί υπάρχει φόβος –ο Τύραννος-
μην ακούοντας τη φωνή μας
να νόμισε πως αγαπήσαμε το ζυγό μας.
Γιατί είναι ξένος αυτός τύραννος και δεν ξέρει
πως του Έλληνος ο τράχηλος ζυγόν δεν υποφέρει.

Φωνάξτε λοιπόν μαζί μας.
Φωνάξτε για σας και για μας.

Γιατί η σημαία του Τρόμου υψώθηκε
και στα δικά σας κάστρα
και το βόλι ξέφυγε απ΄ την κάννη του.

Φωνάξτε εσείς. Γιατί εμείς
έτσι κι αλλιώς θα φωνάζουμε.

Κι αν δεν πάρουμε απόκριση
θα σύρουμε φωνή προς τα πίσω.

Θα σημάνουμε πρόσκληση
στους νεκρούς της Ιστορίας μας
και θα βογκήξουν τα κόκαλα του Μαραθώνα
και τ΄ ατίθασα νερά της Σαλαμίνας
θ΄ ανεμίσουν τις χαίτες τους.

Και τότε… ας ντραπούν οι ζωντανοί
ας ντραπούν οι ζωντανοί
που υποχρέωσαν τους νεκρούς
να πεθάνουν δυο φορές
για την ίδια Λευτεριά.

Παρασκευή 16 Ιουνίου 2023

Warsan Shire — Πατρίδα - “Home” / κανένας δε βάζει τα παιδιά του σε μια βάρκα, / εκτός αν το νερό είναι πιο ασφαλές από την ξηρά

Αφήνεις την πατρίδα μόνο
όταν η πατρίδα δεν σε αφήνει να μείνεις. 

you only leave home
when home won’t let you stay.
«Κανένας δεν αφήνει την πατρίδα του,
εκτός αν πατρίδα, είναι το στόμα ενός καρχαρία.

Τρέχεις προς τα σύνορα μόνο όταν βλέπεις ολόκληρη την πόλη
να τρέχει κι εκείνη.

Οι γείτονές σου τρέχουν πιο γρήγορα από σένα
με την ανάσα ματωμένη στο λαιμό τους,
το αγόρι που ήταν συμμαθητής σου,
που σε φιλούσε μεθυστικά πίσω από το παλιό εργοστάσιο τσίγκου,
κρατά ένα όπλο μεγαλύτερο από το σώμα του.
Αφήνεις την πατρίδα μόνο
όταν η πατρίδα δεν σε αφήνει να μείνεις.

Κανένας δεν αφήνει την πατρίδα 

εκτός αν η πατρίδα σε κυνηγά.
Φωτιά κάτω απ' τα πόδια σου, ζεστό αίμα στην κοιλιά σου -
δεν είναι κάτι που φαντάστηκες ποτέ ότι θα έκανες 

μέχρι που η λεπίδα χαράζει απειλές 
στο λαιμό σου και ακόμα και τότε ψέλνεις 
τον εθνικό ύμνο 
ανάμεσα στα
δόντια σου και σκίζεις το διαβατήριό σου 

σε τουαλέτες αεροδρομίων
κλαίγοντας καθώς κάθε μπουκιά χαρτιού 

δηλώνει ξεκάθαρα ότι δεν
πρόκειται να γυρίσεις.

Πρέπει να καταλάβεις ότι
κανένας δε βάζει τα παιδιά του σε μια βάρκα,
εκτός αν το νερό είναι πιο ασφαλές από την ξηρά,
κανένας δεν καίει τις παλάμες του κάτω από τρένα, 

ανάμεσα από βαγόνια
κανένας δεν περνά μέρες και νύχτες στο στομάχι 

ενός φορτηγού
τρώγοντας εφημερίδες, 

εκτός αν τα χιλιόμετρα που ταξιδεύει σημαίνουν 
κάτι παραπάνω από ένα ταξίδι.

κανένας δεν θέλει να σέρνεται κάτω από φράχτες
κανένας δεν θέλει να τον δέρνουν ή να τον λυπούνται
κανένας δεν διαλέγει τα στρατόπεδα προσφύγων 

ή την φυλακή, 
παρά μόνο
επειδή η φυλακή είναι ασφαλέστερη από μια πόλη 

που φλέγεται
κανένας δεν θα το μπορούσε
κανένας δεν θα το άντεχε
κανένα δέρμα δε θα ήταν αρκετά σκληρό 

για να ακούσει τα:
γυρίστε στην πατρίδα σας μαύροι, πρόσφυγες, 

βρωμομετανάστες,
ζητιάνοι ασύλου που ρουφάτε τη χώρα μας,
αράπηδες με τα χέρια απλωμένα 

που μυρίζετε περίεργα
απολίτιστοι
κάνατε λίμπα τη χώρα σας και τώρα θέλετε 

να κάνετε και τη δική μας.
Πώς αντέχουμε στα λόγια, στα άγρια βλέμματα;...

ίσως επειδή τα χτυπήματα είναι πιο απαλά 

από το ξερίζωμα 
ενός χεριού ή ποδιού
ή τα λόγια είναι πιο τρυφερά από δεκατέσσερις άντρες 

ανάμεσα στα πόδια σου
ή οι προσβολές είναι πιο εύκολο να τις καταπιείς 

από τα χαλίκια κι από τα κόκαλα από το κομματιασμένο 
κορμάκι του παιδιού σου.

Θέλω να γυρίσω στην πατρίδα,
αλλά η πατρίδα είναι το στόμα ενός καρχαρία
πατρίδα είναι η κάνη ενός όπλου
και κανένας δεν θα άφηνε την πατρίδα
εκτός αν η πατρίδα σε κυνηγούσε μέχρι τις ακτές
εκτός αν η πατρίδα σού έλεγε να τρέξεις πιο γρήγορα, 

να αφήσεις πίσω τα ρούχα σου να συρθείς στην έρημο
να κολυμπήσεις ωκεανούς, να πνιγείς για να σωθείς, 

να πεινάσεις, να εκλιπαρήσεις
να ξεχάσεις την υπερηφάνεια - η επιβίωσή σου 

είναι πιο σημαντική.

κανένας δεν αφήνει την πατρίδα 

εκτός αν η πατρίδα είναι μια ιδρωμένη
φωνή στο αυτί σου που λέει φύγε,τρέξε μακριά μου,
τώρα δεν ξέρω τι έχω γίνει εγώ η πατρίδα σου
αλλά ξέρω ότι, οπουδήποτε αλλού, 

θα είσαι πιο ασφαλής από ό,τι εδώ.»

Η
Ουαρσάν Σάιρ γεννήθηκε στην Κένυα και μεγάλωσε στην Αγγλία. Η πρώτη πλήρης ποιητική συλλογή της αναμένεται να κυκλοφορήσει το 2016, ωστόσο έχει ήδη τιμηθεί με διάφορα βραβεία, μεταξύ αυτών το Βραβείο Αφρικανικής Ποίησης από το Πανεπιστήμιο Brunel (2013).

Πηγή...

No one leaves home unless
home is the mouth of a shark
you only run for the border
when you see the whole city running as well

your neighbors running faster than you
breath bloody in their throats
the boy you went to school with
who kissed you dizzy behind the old tin factory
is holding a gun bigger than his body
you only leave home
when home won’t let you stay.

no one leaves home unless home chases you
fire under feet
hot blood in your belly
it’s not something you ever thought of doing
until the blade burnt threats into
your neck
and even then you carried the anthem under
your breath
only tearing up your passport in an airport toilets
sobbing as each mouthful of paper
made it clear that you wouldn’t be going back.

you have to understand,
that no one puts their children in a boat
unless the water is safer than the land
no one burns their palms
under trains
beneath carriages
no one spends days and nights in the stomach of a truck
feeding on newspaper unless the miles travelled
means something more than journey.
no one crawls under fences
no one wants to be beaten
pitied

no one chooses refugee camps
or strip searches where your
body is left aching
or prison,
because prison is safer
than a city of fire
and one prison guard
in the night
is better than a truckload
of men who look like your father
no one could take it
no one could stomach it
no one skin would be tough enough

the
go home blacks
refugees
dirty immigrants
asylum seekers
sucking our country dry
niggers with their hands out
they smell strange
savage
messed up their country and now they want
to mess ours up
how do the words
the dirty looks
roll off your backs
maybe because the blow is softer
than a limb torn off

or the words are more tender
than fourteen men between
your legs
or the insults are easier
to swallow
than rubble
than bone
than your child body
in pieces.
i want to go home,
but home is the mouth of a shark
home is the barrel of the gun
and no one would leave home
unless home chased you to the shore
unless home told you
to quicken your legs
leave your clothes behind
crawl through the desert
wade through the oceans
drown
save
be hunger
beg
forget pride
your survival is more important

no one leaves home until home is a sweaty 

voice in your ear
saying-
leave,
run away from me now
i dont know what i’ve become
but i know that anywhere
is safer than here

Πέμπτη 15 Ιουνίου 2023

Sergio Guttilla - Αν ήταν ο γιος σου (Se fosse tuo figlio / Si c'était ton fils/ If he was your son)

Αν ήταν ο γιος σου
θα γέμιζες την θάλασσα
με όλα τα πλοία του κόσμου.
Θα ήθελες όλοι μαζί, μυριάδες,
να γινόμασταν μια γέφυρα
να περπατήσει πάνω μας
και να περάσει απέναντι.
Αν ήταν ο γιος σου
δεν θα τον άφηνες μόνο του ποτέ.
Θα σκίαζες προσεκτικά το πρόσωπό του
να μην το κάψει ο ήλιος.
Θα τον τύλιγες στην αγκαλιά σου
να μη μουσκέψει από την αλμύρα της θάλασσας.

Αν ήταν ο γιος σου,
θα βούταγες στα κύματα,
θα τα βαζες με τον ψαρά που δεν σας
ανεβάζει στη βάρκα του.
Θα φώναζες για βοήθεια,
θα χτυπούσες τις πόρτες της εξουσίας
για να αξιώσεις τη ζωή του.

Αν ήταν ο γιος σου,
σήμερα θα ήσουν βυθισμένος στο πένθος,
θα ‘φτανες να μισήσεις τον κόσμο,
για τα δεμένα πλοία στα λιμάνια,
για αυτούς που σας κρατούν μακριά,
και για κείνους που σε λίγο,
θα καλύψουν τα ουρλιαχτά με θαλασσινό νερό.

Αν ήταν ο γιος σου,
θα τους έλεγες απάνθρωπους, δειλούς,
θα τους έφτυνες.
Θα έπρεπε τότε να βρουν τρόπο να σε σταματήσουν, 
να σε κρατήσουν, να σε αποκλείσουν
γιατί η ανεξέλεγκτη οργή σου θα σε έκανε
να τους πάρεις μαζί σου στο βυθό της ίδιας θάλασσας.

Αλλά μείνε ήσυχος, στο ζεστό σου σπιτάκι
δεν είναι ο γιος σου… δεν είναι ο γιος σου…
Μπορείς να κοιμηθείς ήσυχα
και πάνω από όλα ασφαλής.
Δεν είναι ο γιος σου.
Είναι απλώς ένα παιδί της χαμένης ανθρωπιάς,
ένα παιδί της βρόμικης ανθρωπότητας, που δεν κάνει θόρυβο.
Δεν είναι ο γιος σου… Δεν είναι ο γιος σου…
Κοιμήσου ήσυχος, φυσικά
δεν είναι ο δικός σου.

Όχι ακόμα…

Se fosse tuo figlioif he was your son


Τετάρτη 7 Ιουνίου 2023

Νικηφόρος Βρεττάκος - Ἐλεγεῖο πάνω στὸν τάφο ἑνὸς μικροῦ ἀγωνιστῆ

Child's tomb Hando Henno
Πάνω στὸ χῶμα τὸ δικό σου λέμε τ᾿ ὄνομά μας.
Πάνω στὸ χῶμα τὸ δικό σου σχεδιάζουμε τοὺς κήπους
καὶ τὶς πολιτεῖες μας
Πάνω στὸ χῶμα σου εἴμαστε. Ἔχουμε πατρίδα.
Ἔχω κρατήσει μέσα μου τὴ ντουφεκιά σου.
Γυρίζει μέσα μου ὁ φαρμακερὸς ἦχος τοῦ πολυβόλου.
Θυμᾶμαι τὴν καρδιά σου ποὺ ἄνοιξε,
κ᾿ ἔρχονται στὸ μυαλό μου
κάτι ἑκατόφυλλα τριαντάφυλλα
ποὺ μοιάζουνε
σὰν ὁμιλία τοῦ ἀπείρου πρὸς τὸν ἄνθρωπο
-ἔτσι μας μίλησε ἡ καρδιά σου.
Κ᾿ εἴδαμε πὼς ὁ κόσμος εἶναι μεγαλύτερος,
κ᾿ ἔγινε μεγαλύτερος γιὰ νὰ χωρᾷ ἡ ἀγάπη.
Τὸ πρῶτο σου παιγνίδι: Ἐσύ.
Τὸ πρῶτο σου ἀλογάκι: Ἐσύ.
Ἔπαιξες τὴ φωτιά. Ἔπαιξες τὸ Χριστό.
Ἔπαιξες τὸν Ἀη-Γιώργη καὶ τὸ Διγενῆ.
Ἔπαιξες τοὺς δεῖκτες τοῦ ρολογιοῦ ποὺ κατεβαίνουνε
ἀπ᾿ τὰ μεσάνυχτα.
Ἔπαιξες τὴ φωνὴ τῆς ἐλπίδας, ἐκεῖ ποὺ δὲν ὑπῆρχε φωνή.
Ἡ πλατεῖα ἦταν ἔρημη. Ἡ πατρίδα εἶχε φύγει.
Ἦταν καιρός! Δὲ βάσταξε ἡ καρδιά σου περισσότερο
ν᾿ ἀκοῦς κάτω ἀπ᾿ τὴ στέγη σου τ᾿ ἀνθρώπινα μπουμπουνιτὰ τῆς Εὐρώπης!
Ἄναψες κάτω ἀπ᾿ τὸ σακκάκι σου τὸ πρῶτο κλεφτοφάναρο...
Καρδιὰ τῶν καρδιῶν! Σκέφτηκες τὸν ἥλιο, καὶ προχώρησες...
Ἀνέβηκες στὸ πεζοδρόμιο κ᾿ ἔπαιξες τὸν ἄνθρωπο!


Από τη συλλογή «Η παραμυθένια πολιτεία» (1947)

Ο Νικηφόρος Βρεττάκος υπήρξε ο πιο ανθρώπινος, ίσως, από τους νεοέλληνες ποιητές. Μεγάλος Ουμανιστής ανάλωσε τα ογδόντα του χρόνια στην υπηρεσία της πατρίδας και του λαού, του πολιτισμού, της γλώσσας με σπάνια αφιλοκέρδεια και ανεξικακία απέναντι στους διώκτες του. Στάθηκε πάντα όρθιος και παρών σε κάθε σημαντική στιγμή της πολιτικής, της κοινωνικής και της πνευματικής ζωής του τόπου.
Το ποίημα του Νικηφόρου Βρεττάκου περιλαμβάνεται στην συλλογή «Η παραμυθένια πολιτεία» (1947) και ανήκει στην δεύτερη περίοδο της ποιητικής δημιουργίας (1939–1960), η οποία χαρακτηρίζεται από αισιοδοξία και αγωνιστικότητα, ο ποιητής υμνεί τους αγώνες των Ελλήνων για την απόκτηση της εθνικής τους ανεξαρτησίας, συγκινείται ιδιαίτερα από την αυτοθυσία των νέων αγωνιστών και εκφράζει την πίστη του ότι ο αγωνιζόμενος άνθρωπος γίνεται ισότιμος με τον Θεό. Επίσης, κατά την περίοδο αυτή, ο ποιητής – απογοητευμένος από τη συντριβή των ιδεολογικών ιδανικών του – καταφεύγει στο παρελθόν, στα παιδικά χρόνια και στην πατρική γη.
Σύμφωνα με τον Θανάση Γκότοβο, ο οποίος μελέτησε σε βάθος το έργο του ποιητή, τα ποιήματα της περιόδου αυτής συνδέονται στην αρχή με την θαυμαστική στάση του ποιητή που οφείλεται σε ένα ξάφνιασμα μπροστά στο ψυχικό μεγαλείο του ανθρώπου, όπως αυτό πηγάζει από το πνεύμα της αυτοθυσίας και της ολοκληρωτικής αυτοπροσφοράς των αγωνιστών της αντίστασης στην υπόθεση του συνανθρώπου. Ο θαυμασμός του ποιητή μπροστά στην αφοβία και την αυτοθυσία των ανώνυμων απλών ανθρώπων και ιδιαίτερα των μικρών παιδιών θα τον οδηγήσει αρχικά στην υποκατάσταση του Θεού από τον αγωνιστή άνθρωπο και αργότερα στην θεοποίηση του ανθρώπου.
Το ποίημα αποτελεί έκφραση του συγκλονισμού που νιώθει ο ποιητής για το πνεύμα αυτοθυσίας των απλών μαχητών και ιδίως των παιδιών που έδωσαν την ζωή τους στον αγώνα για την απελευθέρωση της πατρίδας κατά την περίοδο της κατοχής. Οι πράξεις τους αυτές τους ανυψώνουν και τους καθιστούν πρότυπα ανθρωπισμού και υπέρτατου χρέους.
Ο μικρός αγωνιστής είναι ανώνυμος γιατί ο ποιητής δεν θέλει να αναφερθεί σε ένα μεμονωμένο περιστατικό αλλά να λειτουργήσει η θυσία του μικρού αγωνιστή ως σύμβολο, καθολικοποιώντας την. Έχουμε έτσι μια σύντομη διαδικασία ατομικής περίπτωσης, που κλείνει όμως μέσα της μια θαυμαστή καθολικότητα, αφού το ατομικό πεπρωμένο του μικρού ήρωα μεταμορφώνεται, με την ανωνυμία του, σε σύμβολο που συμπεριλαμβάνει και το πεπρωμένο του καθένα μέσα.
Είναι γνωστό ότι ο Βρεττάκος είχε ιδιαίτερη αδυναμία στα παιδιά. Κατά την διάρκεια της δικτατορίας αυτοεξορίστηκε στο Πεσταλότσι, στο Τρόγγεν των Ελβετικών Άλπεων, όπου βρίσκεται η Διεθνής Παιδούπολη που στεγάζει τα ορφανά παιδιά του Δεύτερου Παγκοσμίου Πολέμου. Εκεί, μαζί με τα παιδιά του ελληνικού σπιτιού, ζει αυτοεξόριστος ο ποιητής από τον Οκτώβριο του 1967, όταν εγκατέλειψε την Ελλάδα εξαιτίας της δικτατορίας, έως το 1970 που εγκαθίσταται στο Παλέρμο της Σικελίας.
Χαρακτηριστική είναι και οι αναφορές του στα παιδιά της κατοχής και στα παιδιά των στρατοπέδων συγκέντρωσης.

Στο ποίημα το οποίο θα προσπαθήσουμε να αναλύσουμε περιέχονται τα κύρια θεματικά μοτίβα και τα σημαντικότερα σύμβολα της ποίησης του Νικηφόρου Βρεττάκου.


Ξεκινώντας ο ποιητής χρησιμοποιώντας το πρώτο πληθυντικό πρόσωπο, τονίζει πως ο τάφος του μικρού αγωνιστή είναι το σημείο απ’ όπου όλοι οι κατοπινοί αντλούν έμπνευση και θάρρος για να παλέψουν στις καινούργιες συνθήκες που διαμορφώνονται στην Ελλάδα μετά την κατοχή. Πάνω στον τάφο του μικρού αγωνιστή ο ποιητής και όσοι συμφωνούν μ’ αυτόν σχεδιάζει τους κήπους και τις πολιτείες. Το χώμα του τάφου μέσα στον οποίο βρίσκεται ο μικρός αγωνιστής θα είναι το χώμα, το υλικό με το οποίο θα χτίσουμε την νέα πατρίδα αυτή που ονειρευτήκαμε κατά την διάρκεια της εθνικής αντίστασης. Είναι η καινούργια πολιτεία που δεν θα έχει τα χαρακτηριστικά της παλιάς αλλά μια καινούργια στην οποία όλοι οι άνθρωποι θα είναι ίσοι και όπου θα κυριαρχεί η δικαιοσύνη και η αλληλεγγύη. Τα όνειρα για κοινωνική δικαιοσύνη που δεν πραγματοποίησε ο μικρός αγωνιστής αφού σκοτώθηκε νωρίς αγωνιζόμενος για τα ιδανικά του θα προσπαθήσουν να τα εκπληρώσουν αυτοί που μένουν πίσω και εμπνέονται από την θυσία του.

Ο κήπος συμβολίζει τον πλούτο και την ομορφιά, την πολυχρωμία που θα έχει ο καινούργιος κόσμος όπου θα μπορούν να ανθίζουν όλα τα λουλούδια, όπου θα κυριαρχεί η δικαιοσύνη της φύσης η οποία μοιράζει τα αγαθά της εξίσου σε όλα τα πλάσματά της.
Η νέα πολιτεία λοιπόν θα έχει τα χαρακτηριστικά ενός κήπου της Εδέμ όπου όπως οι πρωτόπλαστοι θα αρχίσει μια νέα ζωή για τους ανθρώπους και την ανθρωπότητα.

Πάνω λοιπόν σ’ αυτό το χώμα λέει ο ποιητής Είμαστε, υπάρχουμε ως άνθρωποι και αγωνιστές Έχουμε πατρίδα. Γιατί πατρίδα δεν είναι τίποτε άλλο παρά αυτοί που αγωνίστηκαν για να ζούμε εμείς σήμερα ελεύθεροι αυτοί που έδωσαν τα καλύτερα χρόνια τους και αρκετοί όπως ο μικρός αγωνιστής και την ζωή τους για την υπόθεση της ελευθερίας, της εθνικής ανεξαρτησίας και της κοινωνικής δικαιοσύνης.

Στην επόμενη ενότητα ο ποιητής μιλάει σε πρώτο πρόσωπο, ως αυτόπτης μάρτυρας του θανάτου του μικρού αγωνιστή και τονίζει πόσο τον συγκλόνισε ο φαρμακερός ήχος του πολυβόλου τον οποίο ήχο τον ακούει ακόμη και σήμερα μετά από καιρό να γυρίζει μέσα του μην αφήνοντας τον να ησυχάσει. Ο Βρεττάκος όπως είναι γνωστόν συμμετείχε στον ελληνοιταλικό πόλεμο και στην συνέχεια στην Εθνική Αντίσταση. Κινδύνευσε και ο ίδιος πολλές φορές να σκοτωθεί, άρα γνωρίζει από πρώτο χέρι τον θάνατο και την αγωνία του. 

Ο Βρεττάκος υπήρξε πάντα παρών στο πόστο του/ στη μέσα πύλη της Ελλάδας και στάθηκε αταλάντευτα ορθός/ με τη λόγχη του στίχου του/ευγενικός δακρυσμένος φρουρός/της ποίησης και της Ελευθερίας όπως γράφει ο ποιητής Γιάννης Ρίτσος στο ποίημα που αφιέρωσε το 1974 στον Βρεττάκο.

Θυμάμαι την καρδιά σου που άνοιξε 

κι έρχονται στο μυαλό μου
κάτι εκατόφυλλα τριαντάφυλλα


Το ρόδο-τριαντάφυλλο έχει χρησιμοποιηθεί με διάφορους τρόπους από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα σε πολλά λογοτεχνικά, θεολογικά και λαογραφικά κείμενα. Ο Όμηρος αποκαλεί την Ηώ «ροδοδάκτυλον» (Ζ.175.Β1)` την θεά, που με τα δάκτυλα της ανοίγει τις πόρτες του ουρανού, για να περάσει το άρμα του Ηλίου. Είναι το Ιερό Άνθος των Ορφικών. Συμβολίζει την Ουράνια τελείωση, την ολοκλήρωση, το μυστήριο της ζωής, το κέντρο της καρδιάς. Γι’ αυτό πιστεύουμε ότι ο ποιητής συσχετίζει την καρδιά με το ρόδο. «Ρόδο το αμάραντο» αποκαλείται η Θεοτόκος από τον υμνωδό Ιωσήφ.
...........
Το ρόδο είναι επίσης το άνθος της απόλυτης ομορφιάς της χαράς και της ευτυχίας. Η ομορφιά του ρόδου σχετίζεται με την ομορφιά του νέου ο οποίος βρίσκεται στην πιο ωραία ηλικιακά περίοδο της ζωής, αυτής της νεότητας..
................
Έτσι μας μίλησε η καρδιά σου.
Κ’ είδαμε πως ο κόσμος είναι μεγαλύτερος
κ’ έγινε μεγαλύτερος για να χωρά η αγάπη.


Ο κόσμος λοιπόν μεγάλωσε τόσο όσο να χωρέσει η αγάπη. Ερχόμαστε στο σημείο αυτό να αναφερθούμε σε ένα από τα βασικότερα μοτίβα της ποιητικής μυθολογίας του Βρεττάκου που είναι η έννοια της αγάπης. 

Ο ποιητής σύμφωνα με τον Ερατοσθένη Καψωμένο αναγνωρίζει μια ενιαία υπαρκτική ουσία στον άνθρωπο, τη φύση και το σύμπαν, η οποία αποκαλύπτεται ως αξία κοινωνική , φυσική και κοσμική. 
Η ουσία αυτή κατά τον Βρεττάκο είναι η αγάπη, που συνιστά το θεμέλιο της κοσμολογία και ανθρωπολογίας του. Αγαπώ άρα υπάρχω είναι το αξίωμα που συνοψίζει αυτή την οντολογία. 
Η αγάπη είναι η απλή και άπειρη ουσία που συνθέτει την ενότητα του Κόσμου, της ανθρώπινης καρδιάς με το ασύνορο Σύμπαν. Και που ορίζει τον προορισμό του ανθρώπου και του Κόσμου. Είναι ταυτόχρονα η ενοποιητική αρχή της φύσης και η ενοποιητική αρχή της κοινωνίας.

Μιλώντας ο Κ. Φράιερ, για το ίδιο θέμα τονίζει ότι ο Βρεττάκος «πιστεύει πως η αγάπη ως απολύτρωση, ως ανάσταση, ως έμφυτη δύναμη στον άνθρωπο, είναι αυτή που, τελικά, θα επιζήσει και θα κάνει άσπιλο ακόμα και το κακό».


Το πρώτο σου παιχνίδι, Εσύ.
Το πρώτο σου αλογάκι, Εσύ.
Έπαιξες τη φωτιά. Έπαιξες το Χριστό.
Έπαιξες τον Άι-Γιώργη και το Διγενή.
Έπαιξες τους δείχτες του ρολογιού που κατεβαίνουν απ’ τα μεσάνυχτα.


Στην συνέχεια ο ποιητής αναφέρεται στα παιχνίδια που έπαιξε ο μικρός αγωνιστής από την βρεφική και παιδική ηλικία μέχρι να φτάσει να παίζει παιχνίδια με τον θάνατο και τελικά να σκοτωθεί από τα πυρά των εχθρών. 

Αξιοσημείωτο είναι εδώ να αναφερθούμε στα τρία πρόσωπα και την σημασία και την θέση που έχουν αυτά στην ποιητική μυθολογία του Βρεττάκου. 

Το πρώτο πρόσωπο είναι ο Χριστός. Σύμφωνα με τον ποιητή ο Χριστός μαζί με τον Προμηθέα είναι τα δύο σύμβολα της αυτοθυσιαστικής αγάπης, δύο πρόσωπα που αντιπροσωπεύουν το μαρτύριο των ανιδιοτελών πρωτοπόρων. Τα πρότυπα που είχε ο μικρός αγωνιστής ήταν πρότυπα αγωνιστικά και αυτοθυσιαστικά κάτι που θα οδηγήσει και τον ίδιο αργότερα να θυσιάσει την ζωή του για την απελευθέρωση της πατρίδας. Όπως ο Χριστός θυσίασε το εξουσιαστικό εγώ για το σύνολο έτσι και ο μικρός αγωνιστής μέσα από την θυσία του καταστρέφει το δικό του πρόσωπο για να ενωθεί με όλην την ανθρωπότητα και να διαχυθεί σ’ αυτήν μέσω της θυσίας του.
Το δεύτερο πρόσωπο είναι πάλι από τον χώρο της θρησκείας. Είναι ο Αι-Γιώργης, από τους πιο αγαπητούς αγίους και των νεοελλήνων ποιητών αλλά και ιδιαίτερα του Βρεττάκου. Μάλιστα δεν είναι τυχαίο ότι στο κτήμα του Βρεττάκου στην Πλούμιτσα υπάρχει ναός που είναι αφιερωμένος στον Αι-Γιώργη. Ο ίδιος ο ποιητής στο αυτοβιογραφικό του βιβλίο με τίτλο Οδύνη γράφει: «Πιο πάνω από το σπίτι μας, βρισκόταν το εκκλησάκι του Αι-Γιώργη, που ήταν δικό μας. Είχε τέσσερες μεγάλες εικόνες, από τις οποίες ο Αι- Γιώργης, με το ωραίο του άσπρο άλογο και η Παναγία με τα γλυκά της μάτια μου άρεσαν περισσότερο».
............
Ο Άγιος Γεώργιος δεν είναι απλά ένας άγιος, αλλά είναι και ένας ήρωας. Ο Ηρωισμός του εκδηλώνεται από τη νεαρή ηλικία, όπου μάχεται ενάντια στο φοβερό αυτοκράτορα Διοκλητιανό, και δε διστάζει να του πει: ”δε λογαριάζω τα αξιώματα, δε με συγκινούν οι δόξες και τα πλούτη, δε φοβάμαι το θάνατο”

Αυτά τα λόγια τον οδηγούν σε σκληρά και απάνθρωπα βασανιστήρια, σε δοκιμασίες, που ο κάθε ήρωας, ο κάθε ιππότης πρέπει να περάσει. Αυτός λοιπόν ο ήρωας με την δυνατή καρδιά γίνεται το πρότυπο του νεαρού αγωνιστή να τα βάλει με το θηρίο που είναι το κάθε κακό και να φέρει σε πέρας την αποστολή του.

Το τρίτο πρόσωπο είναι ο Διγενής.
......................
Ο Διγενής συμβολίζει την διαχρονική γενναιότητα και ανδρεία των Ελλήνων που παλεύουν με τις αντιξοότητες και τους εχθρούς χωρίς ποτέ να ανέχονται την υποταγή. Η λαϊκή μούσα ξεχώρισε ...

............
περισσότερα εδώ: oanagnostis

Σάββατο 27 Μαΐου 2023

Δεδούση Βασιλική — Αντωνυμία

— Κοίτα! Μικροί... μεγάλοι... μια παρέα!
— Να 'χουν να θυμούνται, να 'χουν να τους θυμούνται....

Πέμπτη 11 Μαΐου 2023

Το Νερό στην Ποίηση του Νικηφόρου Βρεττάκου

Δίχως ἐσέ 
Δίχως ἐσὲ δὲν θἄβρισκαν
νερὸ τὰ περιστέρια
δίχως ἐσὲ δὲ θἄναβε
τὸ φῶς ὁ Θεὸς στὶς βρύσες του
Μηλιὰ σπέρνει στὸν ἄνεμο
τ᾿ ἄνθη της, στὴν ποδιά σου
φέρνεις νερὸ ἀπ᾿ τὸν οὐρανό,
φῶτα σταχυῶν κι ἀπάνω σου
φεγγάρι ἀπὸ σπουργῖτες.

**** *** ****
Ήπια και πότισα δάση και γέμισα στέρνες.
Το νερό σου περίσσεψε-
Τα ποτάμια του σύμπαντος,
δεν έχουνε κοίτες.
Βυθίζονται.
Τρέχουνε μες από σένα.
Αν μπορούσες να υπάρχεις
έναν αιώνα μετά,
τότε θά 'βλεπες πώς
το φιλί που σου ακούμπησα πάνω στο μέτωπο
έγινε άστρο.

**** *** ****
Ἤσουν νερό,
κατάκλυσες μέσα μου ὅλες τὶς στέρνες.
Ἤσουνα φῶς, διαμοιράστηκες. Ὅλες
οἱ φλέβες μου ἔγιναν ἄξαφνα ἕνα
δίχτυ ποὺ λάμπει: στὰ πόδια, στὰ χέρια,
στὸ στῆθος, στὸ μέτωπο.
Τ᾿ ἄστρα τὸ βλέπουνε, ὅτι:
δυὸ δισεκατομμύρια μικροὶ γαλαξίες καὶ πλέον 
κατοικοῦμε τὴ γῆ

**** *** ****
Ἄν συχνά σοῦ μιλῶ
γιά ἕνα φύλλο, γιά μιά
σταγόνα νεροῦ ἤ γιά ἕνα αγριολούλουδο,
εἶναι γιατί, κοιτώντας τόν κόσμο,
θαρρῶ πώς ἐγώ δέν κατόρθωσα ἀκόμη
νά γράψω ἕνα ποίημα.

* *** *** ****
Το βάρος των πραγμάτων
Όταν εσύ δεν θάσουν μαζί μου
κάθε στέγη θα μούπεφτε τότε μεγάλη.
Μια σταγόνα νερού, ένα φύλλο, μι’ αχτίδα
που κρέμασε ο ήλιος στο ένα μου δάχτυλο,
τι να τα κάμω; Για τόσο μεγάλα
πράγματα μόνος μου δεν είμαι άξιος.
Είναι οι δρόμοι στενοί, δεν χωρώ να περάσω,
τρικλίζω απ’ το βάρος. Πάνω στον ώμο
μεταφέρω ένα άσπρο
άνθος στον άνθρωπο

**** *** ****
Ο άνθρωπος και τα φαινόμενα
Το χέρι σου είναι ένα σπαθί.
Πριν χτυπήσει την πέτρα, δεν ήξερα.
Αδιάκοπα, τώρα, νερό θαλασσί
αναβλύζει η καρδιά μου.
Πόσες μέρες και νύχτες,
πόσα χρόνια, δεν ήξερα. 
Θα ’μουνα φαίνεται γιομάτος ραγίσματα.
Πολύς ουρανός καταστάλαξε μέσα μου.

**** *** ****
Ἡσύχασε ποίηση
Νερό μου βυθίσου. Ὅταν θἆναι καιρός
θά μᾶς στείλουνε μήνυμα.
Ἔλα,
τραγούδι μου, ἥλιε μου, ὄνειρο, μέλλον,
βυθίσου νερό μου. Ξαναγύρνα στήν κοίτη σου μές
στά κλαδιά τῆς χρυσῆς ἀρτηρίας πού τυλίγει
μ’ ἕνα δίχτυ ἀπό ἀμέτρητες φλέβες τό σῶμα μου.
Βυθίσου. Στο κόκκαλο. Μέσα. Στό βάθος.
Πιό μέσα. Ἀκούγεσαι. Ἀκόμα. Βυθίσου
νερό μου, βυθίσου, βυθίσου.

pyroessa