Μάνα μου, εγώ μαι τ άμοιρο, το σκοτεινό τρυγόνι
όπου το δέρνει ο άνεμος, βροχή που το πληγώνει
Το δόλιο όπου κι αν στραφεί κι απ όπου κι αν περάσει
δε βρίσκει πέτρα να σταθεί, κλωνάρι να πλαγιάσει
μέσα σε πέλαγο ανοιχτό, σε θάλασσ' αφρισμένη
παλεύω με τα κύματα χωρίς πανί, τιμόνι
κι άλλη δεν έχω άγκυρα πλην την ευχή σου μόνη