Σελίδες

Πέμπτη 26 Νοεμβρίου 2020

Τάσος Λειβαδίτης — Νυχτερινή ευωδία

«Αλλά τα βράδια τι όμορφα που μυρίζει η γη - ω ανθισμένη 
ματαιότητα του κόσμου...»
Μερικές φορές η ερημιά γίνεται ανυπόφορη, παίρνεις τότε εναν
   αριθμό τηλεφώνου
έστω για ν΄ακούσεις μια φωνή, ζητάς ένα όνομα, «λάθος» σου    
   απαντάνε
όλα ήταν λάθος, κ' οι δρόμοι που πήραμε και τα λόγια που είπαμε
και τα χέρια που κρατήσαμε... Παιδί κρυβόμουν πίσω απ΄τον
   κομό, εκεί ήταν το άπειρο, αλλά δε χωρούσε παρά μόνο εμένα - 
γιαυτό σας λέω μη ζητάμε περισσότερα κι αργότερα, άντρας πια,    
   καθόμουν πίσω απ' τα τζάμια και κοίταζα τα φώτα της πόλης
έτσι γνώρισα το αναπότρεπτο των χωρισμών - τι θ΄απομείνει
   λοιπόν
τι θ΄απομείνει από τόσες προσδοκίες, τόσους στεναγμούς;
ένα όνομα και δυό χρονολογίες χαραγμένες στην πέτρα που
   ο καιρός θα τις σβήνει σιγά σιγά.
Όλοι φεύγουμε, χωρίς να μάθει τίποτα ο ένας για τον άλλον.
   Γιατί; Τι φταίει;
Ή μήπως όλα γίνονται για κάποιον λόγο μυστηριώδη: ένα άλυτο 
   αίνιγμα ίσως, η μια τιμωρία;

Αλλά τα βράδια τι όμορφα που μυρίζει η γη - ω ανθισμένη
ματαιότητα του κόσμου...

Συλλογή: «Τα Χειρόγραφα του Φθινοπώρου», 1990
Εκδόσεις Μετρονόμος, τόμος 3ος, σελ.427

Τετάρτη 25 Νοεμβρίου 2020

Νικηφόρος Βρεττάκος — Ἀναβίωση

Τόσοι ἄνεμοι, Θέε μου, καί δέν ἔσβησε
ἀκόμη τῆς καρδιᾶς μου τό φῶς.
Jean-François Millet (1814-1875), The Gust of Wind (1871-73)
Προκλητικό καί ἀμετάπειστο, ἐπιμένει.
Εἶναι τό αἷμα μου· κ’ εἶναι ἡ ἀγάπη μου
σ’ αὺτή τή ζωή, πού ἀνανεώνει διαρκῶς
τό διαρκῶς καιόμενο αἷμα μου.

Απο το "ΗΛΙΑΚΟΣ ΛΥΧΝΟΣ", 1984

Τετάρτη 18 Νοεμβρίου 2020

Διονύσιος Σολωμός – Το όνειρο

Στίχοι: Διονύσιος Σολωμός
Μουσική: Μάνος Χατζιδάκις
Ερμηνευτής: Δημήτρης Ψαριανός

Άκου έν’ όνειρο ψυχή μου
και της ομορφιάς θεά.
Μου εφαινότουν οπώς ήμουν
μετ’ εσένα μία νυχτιά.
Joseph Lorusso - “Lovers In The Garden
Σ’ ένα ωραίο περιβολάκι
περπατούσαμε μαζί.
Όλα ελάμπανε τ’ αστέρια
και τα κοίταζες εσύ.

Εγώ στόλεα: Πέστε, αστέρια,
είν’ κανέν’ από τ’ εσάς,
που να λάμπει από `κει απάνου
σαν τα μάτια της κυράς;

Πέστε αν είδετε ποτέ σας
σ’ άλλη τέτοια ωραία μαλλιά,
τέτοιο χέρι, τέτοιο πόδι,
τέτοια αγγελική θωριά;

Εσύ έκαμες ετότες
γέλιο τόσο αγγελικό,
που μου φάνηκε πως είδα
ανοιχτό τον ουρανό.

Και παράμερα σ’ επήρα
εισέ μια τριανταφυλλιά
κι έπεσά σου αγάλι αγάλι
στην ολόλευκη αγκαλιά.

Κάθε φίλημα ψυχή μου
όπου μόδινες γλυκά,
εξεφύτρωνε άλλο ρόδο
απ’ την τριανταφυλλιά.

Όλη νύχτα εξεφυτρώσαν,
ως απούλαμψεν η αυγή,
που μας ηύρε και τους δυο μας
με την όψη μας χλομή.

Τούτο είν’ τ’ όνειρο ψυχή μου.
Τώρα στέκεται εις εσέ,
να το κάμεις ν’ αληθέψει
και να θυμηθείς για με.

Τρίτη 17 Νοεμβρίου 2020

Λουκάς Θεοδωρακόπουλος - Ο εκφωνητής

(🌼Δημήτρης Παπαχρήστος🌼)

Δεν θα ξεχάσουμε ποτέ τη φωνή σου
γενναίο παιδί:
Εδώ Πολυτεχνείο!
Εδώ Πολυτεχνείο!
Σας μιλάει ο σταθμός
των ελεύθερων αγωνιζόμενων φοιτητών
των ελεύθερων αγωνιζόμενων Ελλήνων!

Είχες βραχνιάσει να μιλάς με τις ώρες
μα πιο πολύ ήταν το πάθος που ράγιζε
το πυρωμένο μέταλλο της φωνής σου
γεμίζοντας τους αιθέρες μ' ανατριχίλες και δάκρυα.
Κι ο πλανταγμένος λαός συσπειρωμένος
μισός στους δρόμους και μισός στα σπίτια
ρουφούσε λαίμαργα το τραύλισμα της λευτεριάς
που σπαρταρούσε μέσα στο στήθος σου
κι αγωνιούσε και παθαίνονταν κι έκανε
προσευχές, Χριστέ μου, να μη σωπάσεις.
Γιατί χρόνια και χρόνια σ' αυτό τον τόπο
είναι στη μοίρα του ν' ακούει αυτό το τραύλισμα
που δεν προφταίνει να γίνει φωνή
που δεν προφταίνει να γίνει φθόγγος
και μουσική αναστάσιμη.
Γιατί χρόνια και χρόνια
στην κρίσιμη στιγμή
τα δολερά χέρια των τυράννων
υπογράφουν το διάταγμα της σιγής σου.

19 Νοέμβρη 1973
>

Δευτέρα 16 Νοεμβρίου 2020

Γιάννης Ρίτσος – 16 και 17 Νοέμβρη 1973 - «Έτοιμο χέρι, έτοιμο μάτι, - πώς μεγαλώνει/το μπόι, το βήμα και η παλάμη του ανθρώπου;»

Ωραία παιδιά, με τα μεγάλα μάτια σαν εκκλησίες χωρίς στασίδια.
Ωραία παιδιά, δικά μας, με τη μεγάλη θλίψη των αντρείων,
Αψήφιστοι, όρθιοι στα προπύλαια, στον πέτρινο αέρα,
Έτοιμο χέρι, έτοιμο μάτι, - πώς μεγαλώνει
το μπόι, το βήμα και η παλάμη του ανθρώπου;
Μάριου Βατζιά, «Η παρουσία του ήρωα», 1976, λάδι.
17 Νοεμβρίου
Βαρειά σιωπή, διάτρητη απ’ τους πυροβολισμούς,
πικρή πολιτεία,
αίμα, φωτιά, η πεσμένη πόρτα, ο καπνός, το ξύδι-
ποιος θα πει: περιμένω απ’ το μέσα μαύρο;
Μικροί σκοινοβάτες με τα μεγάλα παπούτσια
μ΄ έναν επίδεσμο φωτιά στο κούτελο
κόκκινο σύρμα, κόκκινο πουλί,
και το μοναχικό σκυλί στ’ αποκλεισμένα προάστια
ενώ χαράζει η χλωμότερη μέρα πίσω
απ’ τα καπνισμένα αγάλματα
κι ακούγεται ακόμη η τελευταία κραυγή διαλυμένη
στις λεωφόρους.
Πάνω απ’ τα τανκς, μέσα στους σκόρπιους πυροβολισμούς
πώς μπορείτε λοιπόν να κοιμάστε;