Girl with red dress on rock, green landscape, photo by Elizabeth Gadd |
Ολημερίς τη σκληρή ρέμβη της πέτρας και της θάλασσας
Αετοφόρος άνεμος γύμνωσε τους λόφους.
Γύμνωσε την επιθυμία σου ως το κόκαλο
Κι οι κόρες των ματιών σου πήρανε τη σκυτάλη της Xίμαιρας
Ριγώνοντας μ’ αφρό τη θύμηση!
Πού είναι η γνώριμη ανηφοριά του μικρού Σεπτεμβρίου
Στο κοκκινόχωμα όπου έπαιζες θωρώντας προς τα κάτω
Τους βαθιούς κυαμώνες των άλλων κοριτσιών
Τις γωνιές όπου οι φίλες σου άφηναν αγκαλιές τα δυοσμαρίνια
- Μα πού γύριζες;
Ολονυχτίς τη σκληρή ρέμβη της πέτρας και της θάλασσας
Σου ‘λεγα να μετράς μες στο γδυτό νερό τις φωτεινές του μέρες
Ανάσκελη να χαίρεσαι την αυγή των πραγμάτων
Ή πάλι να γυρνάς κίτρινους κάμπους
Μ' ένα τριφύλλι φως στο στήθος σου ηρωίδα ιάμβου.
Έχεις μια γεύση τρικυμίας στα χείλη
Κι ένα φόρεμα κόκκινο σαν το αίμα
Βαθιά μες στο χρυσάφι του καλοκαιριού
Και τ’ άρωμα των γυακίνθων - Μα πού γύριζες
Κατεβαίνοντας προς τους γιαλούς τους κόλπους με τα βότσαλα
Ήταν εκεί ένα κρύο αρμυρό θαλασσόχορτο
Μα πιο βαθιά ένα ανθρώπινο αίσθημα που μάτωνε
Κι άνοιγες μ’ έκπληξη τα χέρια σου λέγοντας τ’ όνομά του
Ανεβαίνοντας ανάλαφρα ως τη διαύγεια των βυθών
Όπου σελάγιζε ο δικός σου ο αστερίας.
Άκουσε ο λόγος είναι των στερνών η φρόνηση
Κι ο χρόνος γλύπτης των ανθρώπων παράφορος
Κι ο ήλιος στέκεται από πάνω του θηρίο ελπίδας
Κι εσύ πιο κοντά του σφίγγεις έναν έρωτα
Έχοντας μια πικρή γεύση τρικυμίας στα χείλη.
Δεν είναι για να λογαριάζεις γαλανή ως το κόκαλο
άλλο καλοκαίρι,
Για ν’ αλλάξουνε ρέμα τα ποτάμια
Και να σε πάνε πίσω στη μητέρα τους,
Για να ξαναφιλήσεις άλλες κερασιές
Ή για να πας καβάλα στο μαΐστρο.
Στυλωμένη στους βράχους δίχως χτες και αύριο,
Στους κινδύνους των βράχων με τη χτενισιά της θύελλας
Θ' αποχαιρετήσεις το αίνιγμά σου.
MARINA OF THE ROCKS
You have a taste of tempest on your lips—But where did you wander
All day long in the hard reverie of stone and sea?
An eagle-bearing wind stripped the hills
Stripped your longing to the bone
And the pupils of your eyes received the message of chimera
Spotting memory with foam!
Where is the familiar slope of short September
On the red earth where you played, looking down
At the broad rows of the other girls
The corners where your friends left armfuls of rosemary.
....................
Ανάλυση
Στο ποίημα αυτό, το ποιητικό υποκείμενο απευθυνόμενο προς την έφηβη Μαρίνα τη συμβουλεύει και την προειδοποιεί για τις σημαντικές και ανέκκλητες αλλαγές που θα επιφέρει η ενηλικίωση στη ζωή της.
Με όχημα τον υπερρεαλισμό ο Ελύτης δημιουργεί μια πολυσήμαντη σύνθεση που παραμένει ανοιχτή σε πολλαπλές αναγνώσεις, καθιστώντας ουσιαστικά ανέφικτη την επιλογή μιας ερμηνείας.
Αναλυτικότερα:
Έχεις μια γεύση τρικυμίας στα χείλη - Μα πού γύριζες
Ολημερίς τη σκληρή ρέμβη της πέτρας και της θάλασσας
Η γεύση τρικυμίας στα χείλη της κοπέλας φανερώνει τη συναισθηματική της αναστάτωση και μας παραπέμπει στην ένταση και τις πολυποίκιλες διακυμάνσεις των εφήβων. Η Μαρίνα μοιάζει αναστατωμένη και προσηλωμένη σε κάποια σκέψη ή συναίσθημα που την κρατά ολημερίς σε μια «σκληρή ρέμβη» -καθισμένη στον σκληρό βράχο- πλάι στη θάλασσα.
Η αναφορά στη γεύση των χειλιών της κοπέλας αποτελεί ίσως ένδειξη πως ο συνομιλητής της, φίλησε τα χείλη της, μα μπορεί να ληφθεί και ως απλή αναφορά στη συναισθηματική της κατάσταση, η οποία είναι έκδηλη στην έκφραση του προσώπου της και κατ’ επέκταση στα χείλη της.
(Η Μαρίνα του ποιήματος δεν έχει ακόμη ενηλικιωθεί ενώ η πλήρης εποπτεία της ζωής που διαθέτει το ποιητικό υποκείμενο μας παραπέμπει σ’ ενήλικα συνομιλητή, στοιχείο που δημιουργεί μια δυσκολία στην αποδοχή της ερωτικής επαφής. Επιπλέον, η ενδεχόμενη ερωτική σχέση μεταξύ της κοπέλας και του συνομιλητή δεν προσφέρει τίποτε στην ανάπτυξη των συλλογισμών του ποιήματος, πέραν ίσως από μια αιτιολόγηση του ενδιαφέροντος που δείχνει ο συνομιλητής για τα συναισθήματα και για την ταραχή της κοπέλας.)
Το ερώτημα που της θέτει το ποιητικό υποκείμενο -Μα που γύριζες- δεν έχει να κάνει τόσο με μια κυριολεκτική περιπλάνηση της κοπέλας, όσο με μια εσωτερική αναζήτηση και μια παράδοση στις προσωπικές της ανησυχίες.
Ενδιαφέρουσα είναι η αντίθεση ανάμεσα στην έφηβη και ευμετάβλητη ηρωίδα και την πέτρα που αλλάζει μόνο μέσα από την πολύχρονη τριβή με τα κύματα της θάλασσας.
Η ηρωίδα, που κάθεται στη φαινομενικά αμετάβλητη πέτρα, είναι μια έφηβη κοπέλα που βιώνει τις συνεχείς μεταβολές στη διάθεση αλλά και στον τρόπο θέασης της ζωής, που χαρακτηρίζουν τα χρόνια της εφηβείας.
Αετοφόρος άνεμος γύμνωσε τους λόφους.
Γύμνωσε την επιθυμία σου ως το κόκαλο
Ο δυνατός άνεμος γυμνώνει τους λόφους, αλλά γυμνώνει και την επιθυμία της κοπέλας, ως το κόκαλο, την αποκαλύπτει δηλαδή πλήρως. Οι σκέψεις και οι μύχιες επιθυμίες της Μαρίνας φαίνεται να είναι προφανείς για το ποιητικό υποκείμενο, που δείχνει να κατανοεί απόλυτα τις ιδιαίτερες ανησυχίες της κοπέλας.
Κι οι κόρες των ματιών σου πήρανε τη σκυτάλη της Xίμαιρας
Ριγώνοντας μ’ αφρό τη θύμηση!
Η αναστάτωση που γινόταν προηγουμένως εμφανής στα χείλη της κοπέλας, περνά τώρα στο βλέμμα της, το οποίο αποκαλύπτει πως η κοπέλα βρίσκεται υπό την επίδραση έντονων επιθυμιών.
Οι εφηβικές ονειροπολήσεις και οι -πιθανότατα- ερωτικές επιθυμίες γίνονται πια αισθητές στα μάτια της. Η εικόνα της Μαρίνας, που ιχνογραφεί ο ποιητής, αποκαλύπτει μια κοπέλα δοσμένη σε συλλογισμούς που της δημιουργούν έντονη αναστάτωση και την ωθούν να αναδεύσει τις μνήμες του παρελθόντος της. Συναισθήματα κι επιθυμίες που υπέβοσκαν στο παρελθόν, υπό τη μορφή ονειροπολήσεων (χίμαιρα), επανέρχονται τώρα πιο ισχυρά από ποτέ (γύμνωσε την επιθυμία σου ως το κόκαλο) και επηρεάζουν καταλυτικά την έφηβη κοπέλα.
Πού είναι η γνώριμη ανηφοριά του μικρού Σεπτεμβρίου
Στο κοκκινόχωμα όπου έπαιζες θωρώντας προς τα κάτω
Τους βαθιούς κυαμώνες των άλλων κοριτσιών
Τις γωνιές όπου οι φίλες σου άφηναν αγκαλιές τα δυοσμαρίνια
Πού είναι η γνώριμη ανηφοριά του μικρού Σεπτεμβρίου
Στο κοκκινόχωμα όπου έπαιζες θωρώντας προς τα κάτω
Τους βαθιούς κυαμώνες των άλλων κοριτσιών
Τις γωνιές όπου οι φίλες σου άφηναν αγκαλιές τα δυοσμαρίνια
Αυτή τη στιγμή που η Μαρίνα είναι πλήρως παραδομένη στις επιθυμίες που έχουν ξυπνήσει μέσα της με πρωτόγνωρη ένταση, ο ποιητής τη γυρνά στο κοντινό της παρελθόν, όταν ακόμη βρισκόταν σε μια κατάσταση αθωότητας και ηρεμίας. Που είναι, τη ρωτά, η ανηφοριά του μικρού Σεπτεμβρίου, η ανηφοριά δηλαδή που ανέβαινες όταν ήσουν ακόμη μικρή, όταν έπαιζες στο κοκκινόχωμα, κοιτώντας τα βαθιά στήθη των μεγαλύτερων κοριτσιών.
Ο ποιητής γυρνά την ηρωίδα του στο παρελθόν, όταν ακόμη ήταν ένα μικρό παιδί που δεν είχε αναπτυχθεί πλήρως και περνούσε την ώρα της παίζοντας και κοιτάζοντας με περιέργεια το στήθος των άλλων κοριτσιών, απέχοντας ακόμη από τις συναισθηματικές εντάσεις κι από τους προβληματισμούς που προκαλεί η εφηβική ανάπτυξη και η επιθυμία του κορμιού που φτάνει στην ολοκλήρωσή του.
- Μα πού γύριζες;
Ολονυχτίς τη σκληρή ρέμβη της πέτρας και της θάλασσας
Σου ‘λεγα να μετράς μες στο γδυτό νερό τις φωτεινές του μέρες
Ανάσκελη να χαίρεσαι την αυγή των πραγμάτων
Ή πάλι να γυρνάς κίτρινους κάμπους
Μ' ένα τριφύλλι φως στο στήθος σου ηρωίδα ιάμβου.
Μετά την αναδρομή στο ανέμελο παρελθόν της ηρωίδας, ο ποιητής επανέρχεται με την ερώτηση-μοτίβο του ποιήματος, η οποία αποτελεί εντέλει συνεκτικό δεσμό μεταξύ των ενοτήτων του ποιήματος.
Η εσωτερική περιπλάνηση της κοπέλας φανερώνεται τώρα πως έχει ιδιαίτερα μεγάλη διάρκεια, μιας και το ολημερίς της πρώτης στροφής, γίνεται τώρα ολονυχτίς, υποδηλώνοντας πως η συναισθηματική της αναστάτωση συνεχίζει να κρατά την ηρωίδα απομονωμένη στους συλλογισμούς της.
Το ποιητικό υποκείμενο αναφέρει πως συμβούλευε την κοπέλα από πριν, από τότε που ήταν νεότερη, να απολαμβάνει όσο περισσότερο μπορεί τη ζωή της. Οι εικόνες της στροφής αυτής αναφέρονται ουσιαστικά στη χαρά της ζωής και στην ομορφιά που αυτή κρύβει, ιδίως για τους νέους που δεν έχουν ακόμη γνωρίσει τις δυσκολίες και τις πολλαπλές ευθύνες που συχνά την καθιστούν πικρή για τους ενήλικες.
Η παρότρυνση για απόλαυση της ζωής αισθητοποιείται μέσα από εικόνες φωτός, που είναι ιδιαίτερα προσφιλείς στον Ελύτη. Ο ποιητής, λοιπόν, συμβούλευε την κοπέλα να μετρά στο νερό της θάλασσας τις ...
Ο ποιητής γυρνά την ηρωίδα του στο παρελθόν, όταν ακόμη ήταν ένα μικρό παιδί που δεν είχε αναπτυχθεί πλήρως και περνούσε την ώρα της παίζοντας και κοιτάζοντας με περιέργεια το στήθος των άλλων κοριτσιών, απέχοντας ακόμη από τις συναισθηματικές εντάσεις κι από τους προβληματισμούς που προκαλεί η εφηβική ανάπτυξη και η επιθυμία του κορμιού που φτάνει στην ολοκλήρωσή του.
- Μα πού γύριζες;
Ολονυχτίς τη σκληρή ρέμβη της πέτρας και της θάλασσας
Σου ‘λεγα να μετράς μες στο γδυτό νερό τις φωτεινές του μέρες
Ανάσκελη να χαίρεσαι την αυγή των πραγμάτων
Ή πάλι να γυρνάς κίτρινους κάμπους
Μ' ένα τριφύλλι φως στο στήθος σου ηρωίδα ιάμβου.
Μετά την αναδρομή στο ανέμελο παρελθόν της ηρωίδας, ο ποιητής επανέρχεται με την ερώτηση-μοτίβο του ποιήματος, η οποία αποτελεί εντέλει συνεκτικό δεσμό μεταξύ των ενοτήτων του ποιήματος.
Η εσωτερική περιπλάνηση της κοπέλας φανερώνεται τώρα πως έχει ιδιαίτερα μεγάλη διάρκεια, μιας και το ολημερίς της πρώτης στροφής, γίνεται τώρα ολονυχτίς, υποδηλώνοντας πως η συναισθηματική της αναστάτωση συνεχίζει να κρατά την ηρωίδα απομονωμένη στους συλλογισμούς της.
Το ποιητικό υποκείμενο αναφέρει πως συμβούλευε την κοπέλα από πριν, από τότε που ήταν νεότερη, να απολαμβάνει όσο περισσότερο μπορεί τη ζωή της. Οι εικόνες της στροφής αυτής αναφέρονται ουσιαστικά στη χαρά της ζωής και στην ομορφιά που αυτή κρύβει, ιδίως για τους νέους που δεν έχουν ακόμη γνωρίσει τις δυσκολίες και τις πολλαπλές ευθύνες που συχνά την καθιστούν πικρή για τους ενήλικες.
Η παρότρυνση για απόλαυση της ζωής αισθητοποιείται μέσα από εικόνες φωτός, που είναι ιδιαίτερα προσφιλείς στον Ελύτη. Ο ποιητής, λοιπόν, συμβούλευε την κοπέλα να μετρά στο νερό της θάλασσας τις ...
..............
η συνέχεια εδώ