Τετάρτη 24 Ιανουαρίου 2018

Νικηφόρος Βρεττάκος — Παράκληση γιά συγγνώμη / «ἂν λύγισα,/ἂν ἔφυγα, γείτονα,/σὲ παρακαλῶ νὰ μὲ συγχωρήσεις.»

Βαρλάμος Γιώργος - Κυκλάμινα, 2003
Κύριε!
Γείτονα!
Ἄνοιξε γείτονα!
Ἄν τυχὸν καὶ παραπονέθηκα
σὲ παρακαλῶ νὰ μὲ συγχωρήσεις.
Ἂν εἶπα, ἂν ἔκλαψα, ἂν ζήτησα ἀγάπη,
ἂν χάϊδεψα τῶν παιδιῶν μου τὰ χέρια
σὰν κάτι δικό μου,
ἂν δὲν στάθηκα ὅσο
περήφανος θἄπρεπε μέσα στὴ γύμνια μου,
ἂν εἶπα στὸν ἥλιο πὼς τίποτα
δὲν τοῦ χρωστάω –
σὲ παρακαλῶ νὰ μὲ συγχωρήσεις.
Κι ἂν θαρρεῖς πὼς δὲν τ’ ἄξιζα
ξέχασέ με ὣς τ’ ἀπόβραδο σὰν
τὰ πουλιὰ ποὺ περνᾶνε,
σὰν τὰ σύννεφα τ’ οὐρανοῦ
ποὺ δὲν τὰ βρίσκει τ’ ἀπόγευμα,
σὰν τὴ χλόη ποὺ μαραίνεται
καὶ δὲν τὴ θυμάται
κανεὶς πιὰ τὴν ἴδια.
Σβύσε τὰ ἴχνη μου. Σβύσε τοὺς στίχους μου
ποὺ σημαδεύουν τὸ πέρασμά μου. Δὲν τὄθελα.
Ἡ ψυχή μου φουρτούνιαζε καὶ τότες δὲν ὅριζα
τὸ χέρι μου, Κύριε! Κι ἂν
τυχὸν καὶ δὲν κράτησα
τὸν πόνο σου ὄμορφα
πάνω στὸν ὦμο μου,
ἂν τρέκλισα κάτω ἀπ’ τὸ βάρος του,
ἂν λύγισα,
ἂν ἔφυγα, γείτονα,
σὲ παρακαλῶ νὰ μὲ συγχωρήσεις.

Από το Ο ΧΡΟΝΟΣ ΚΑΙ ΤΟ ΠΟΤΑΜΙ, 1957